Η παρουσίαση του νέου βιβλίου του κ. Χρήστου Β. Μασσαλά

^Back To Top

logo

biblio (6)Η πορεία της χώρας από τη μετανάστευση μέχρι τη σημερινή παρακμή της αναδεικνύεται μέσα από το βιβλίο «Ο δρόμος μας...» του καθηγητή και π. πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Χρήστου Β. Μασσαλά. Ο συγγραφέας διάλεξε καθημερινά πρόσωπα να περπατήσουν μαζί το χρόνο του και να αναδείξει με καθαρότερο τρόπο τις εκάστοτε πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που διαδραμάτισαν ρόλο στο να βρεθεί η χώρα στον αστερισμό των καταιγίδων.

Την εμπεριστατωμένη ανάλυση του περιεχομένου του βιβλίου έκαναν οι κ.κ. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης - Καθηγητής Γλωσσολογίας του ΕΚΠΑ και μέλος του Πολυμελούς Συμβουλίου 

του Ριζαρείου Ιδρύματος, Γεώργιος Οικονόμου – Δικηγόρος και Πρόεδρος της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος και Ελευθέριος Γείτονας – Εκπαιδευτικός, την Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014, στις εγκαταστάσεις των εκπαιδευτηρίων του Ριζαρείου Ιδρύματος στο Χαλάνδρι.

Την εκδήλωση συντόνισε η Δημοσιογράφος Λασκαρίνα Γερασίμου.Ο συγγραφέας του βιβλίου στην αντιφώνηση τόνισε: "…το φθαρμένο πολιτικό σύστημα, η έγχρωμη γραφειοκρατία, το αναξιόπιστο εκπαιδευτικό σύστημα και η εισαγόμενη υποκουλτούρα είχαν ως αποτέλεσμα την πλασματική αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος και την πραγματική μείωση του κατά κεφαλήν περιεχομένου. Αναζητείται ελπίδα… Δεν ξεριζώθηκε όλη η ηθική-πολιτική μας κληρονομιά, γιατί παραμένουν ακόμη φωνές και ταλέντο που μπορούν να αναγεννήσουν τη χώρα μας".

Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους οι: κ.κ. Τασούλας Κων/νος – βουλευτής, εκπρόσωποι του Υπουργείου Παιδείας και της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, καθηγητές Πανεπιστημίων, εκπρόσωποι των Ηπειρωτικών οργανώσεων, ο Διευθυντής του Κτηματολογίου, εκπαιδευτικοί και πλήθος κόσμου.

 

Παρουσιάζει: Ο κ. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, καθηγητής γλωσσολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του Πολυμελούς Συμβουλίου της Ριζαρείου

Η παρούσα μυθιστορηματική βιογραφία κινείται ανάμεσα στο διήγημα και τη νουβέλα, ενώ παράλληλα αποτελεί έξοχο φιλοσοφικό δοκίμιο ενός βαθύτατα καλλιεργημένου επιστήμονα, ο οποίος γνωρίζει σε βάθος τα μυστικά της ψυχής και τα ξετυλίγει με μαεστρία για να καταδείξει τελικά τις αστείρευτες δυνάμεις που διαθέτει ο άνθρωπος όταν θελήσει να αλλάξει το πεπρωμένο του. Ο κεντρικός ήρωας, δηλ. ο ίδιος ο συγγραφέας, πιάνει με πείσμα τη ζωή από τα μαλλιά, τη στριφογυρίζει με όση δύναμη διαθέτει και τελικά κατορθώνει να αλλάξει την άδικη πορεία που του προδιέγραψε η μοίρα. Πρόκειται για πραγματικό ηράκλειο άθλο. Οι κοινωνικές ανισότητες και αδικίες σε ένα σκληρό και ανελέητο τόπο αποτελούν ισχυρό έναυσμα για τον συγγραφέα, όχι μόνο να ξεφύγει από τα προκαθορισμένα στενά πλαίσια του βίου του, αλλά και να προσπαθήσει με το παράδειγμά του να αλλάξει τον κόσμο.

Ήδη η αφιέρωση του έργου εμπεριέχει εμφατικά το σπουδαίο μήνυμα της ζωοποιού δύναμης της αγάπης. Τη μαγική αυτή massalasλέξη επαναλαμβάνει ο συγγραφέας δυο φορές σε δυο προτάσεις που αποτελούν απότιση φόρου τιμής στη μνήμη των γονέων του ≪που γέμισαν τη ζωή του με ζεστασιά και αγάπη≫ και αντίδωρο στη σύντροφο του Αλίκη ≪που στάθηκε πάντα με αγάπη δίπλα του≫. Αυτότο ισχυρόαίσθημα και συναίσθημα συμπάθειας, τρυφερότητας και αφοσίωσης σε ανθρώπους, τόπους και ιδανικά, αποκτά κομβική σημασία για την αποκωδικοποίηση των μηνυμάτων του μυθιστορήματος. Αν αγαπούσαμε πραγματικά την Ελλάδα και ό,τι συγκροτεί την ≪ελληνικότητα≫, γλώσσα, πολιτισμός, θρησκεία, ήθη, έθιμα, και ιστορία ≪γεμάτη θριάμβους, καταστροφές και χάσματα≫, όπως στην πράξη έδειξε ο Χρήστος Μασσαλάς, δεν θα φτάναμε στα παρακμιακά φαινόμενα που ζούμε.

Η σπουδαιότητα του λογοτεχνικού αυτού έργου έγκειται στο ότι τα προσωπικά βιώματα και οι εμπειρίες των ηρώων αποκτούν καθολικό χαρακτήρα. Ξεπερνούν τα στενά όρια της ευλογημένης ηπειρώτικης γης και αποκτούν διατοπική και διαχρονική αξία. Όσοι ανήκουμε στην ίδια γενιά με τον συγγραφέα και βιώσαμε τη θέση του μετανάστη αναγνωρίζουμε μέσα από τις εξαίσιες περιγραφές του ένα μέρος του εαυτού μας.

Σ’ αυτό εδώ το βιβλίο παρουσιάζονται ευσύνοπτα τα αίτια της νεοελληνικής κακοδαιμονίας: ≪Η ερήμωση της υπαίθρου, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος και του πολιτισμικού πλούτου, οι μη παραγωγικές επενδύσεις η αλόγιστη κατανάλωση, το προβληματικό εκπαιδευτικό σύστημα, ο εξωτερικός δανεισμός, η χαλαρή δημόσια διοίκηση, η μη αφομοίωση της νέας πραγματικότητας≫. Ο συγγραφέας, με τη διανοητική εντιμότητα που τον διακρίνει, καταγράφει πικρές αλήθειες. Στηλιτεύει τους μονοχρωματικούς κάποτε θαμώνες των καφενείων, τον κομματικό στρατό, το πελατειακό κράτος, την υπολειτουργία και απαξίωση των θεσμών, τη δημαγωγία και τον λαϊκισμό.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Χρήστος Μασσαλάς ξεκινά το υπέροχο λογοτέχνημά του με τη λέξη αγάπη και τελειώνει με τη λέξη ελπίδα. Τονίζει εμφατικά ότι ≪Η φτώχεια ενισχύει το φόβο και τη δυσπιστία, που με τη σειρά τους εκτοπίζουν την εμπιστοσύνη και την ελπίδα≫. Το κύριο μήνυμα που περνά ο συγγραφέας, ιδίως για τη νέα γενιά, ≪το μέλλον της οποίας στηρίζεται στη γνώση≫, είναι ότι η κρίση που διέρχεται η Ελλάδα δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά πρωτίστως κρίση αξιών, παιδείας και πολιτισμού και ότι πρέπει να κοιτάμε μπροστά με αισιοδοξία, διδασκόμενοι από τα λάθη του παρελθόντος.

Η γλώσσα του έργου, η οποία διαθέτει όλες τις αρετές του κουβεντιαστού λόγου, κινείται σε δύο επίπεδα: όταν περιγράφονται με νοσταλγική αναπόληση μαγευτικά τοπία και άνθρωποι της βιοπάλης, κυλά σαν ήσυχο ρυάκι που σιγομουρμουρίζουν τα νερά του. Ξεχειλίζει η τρυφερότητα και η ευαισθησία, όπως όταν η Μάρθα χάιδευε με τα μάτια της τα μοναδικά ηπειρώτικα πέτρινα γεφύρια. Όταν ο συγγραφέας αναφέρεται στην παθογένεια της νεοελληνικής κοινωνίας και το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, ο λόγος του σε μερικές περιπτώσεις θυμίζει πύρινη ρομφαία. Κυρίαρχο όμως ρόλο αναλαμβάνει το ύφος του λογοτέχνη, γνώριμο από πολλά δοκίμιά του: αποπνέει τη ζεστασιά και την ανθρωπιά του δημιουργού του. Εκπέμπει την ακτινοβολία του φιλοσοφημένου πνεύματός του σε αρμονική σύζευξη με τα γλυκά χρώματα της αμφιλύκης.

 

Ομιλία του εκπαιδευτικού κ. Ελευθερίου Γείτονα

Ο συγγραφέας Χρήστος Μασσαλάς στο βιβλίο του «ο δρόμος μας» έχει καταγράψει πολιτικές σκέψεις και πολιτικούς στοχασμούς και αναστοχασμούς κι έχει αποτυπώσει ανάγλυφα το κοινωνικό, το εκπαιδευτικό, το πολεοδομικό και το οικονομικό γίγνεσθαι της Ελλάδας του μεσοπολέμου, εν μέρει, και κυρίως της Ελλάδας μετά τον εμφύλιο και τη μεταπολίτευση.

Για την καταγραφή, αποτύπωση και ανάλυση όλων όσων περιλαμβάνονται στο «ο δρόμος μας» χρησιμοποίησε τα βιώματά του. Και μέσα απ’ αυτή τη βιωματική συγκομιδή αναβλύζει πλουσιοπάροχα η ευγνωμοσύνη του φτασμένου, του πολιτισμένου, του ακέραιου ανθρώπου προς τους γονείς του Βασίλη και Μαρία που γέμισαν, όπως ο ίδιος γράφει, τη ζωή του ζεστασιά και αγάπη. Και θα μου επιτραπεί παρακαλώ να συμπληρώσω πως αυτή η θαλπωρή των παιδικών και εφηβικών του χρόνων, αυτή η ολιγάρκεια και αυτάρκεια ανατροφής του αποτέλεσαν την ωστική δύναμη για να πορευθεί εν ειρήνη και να συγκροτήσει την επιστημονική του και πολιτισμική του ταυτότητα.

Το στημόνι και το υφάδι που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να υφάνει το πλουμιστό χαλί που θα στρώσει για το δρόμο μας είναι καλά επεξεργασμένο και οι βαφές φυσικές και αναλλοίωτες, από ριζάρι, λουλάκι, φλούδες ροδιών και καρυδιών και κύπελλα βελανιδιών.

Το ψωμί με το οποίο θα στρώσει το τραπέζι της πνευματικής πανδαισίας είναι ζυμωμένο από καλά αλεσμένο αλεύρι. Αλεσμένο σ’ έναν από τους νερόμυλους που αργοκινούν τις μυλόπετρες χωρίς βιασύνη και μ’ έναν ρυθμό που σου δίνει τη σιγουριά ότι το φύτρο, που δίνει τη νοστιμιά στο ψωμί δεν θα καεί.

Ο συγγραφέας ακουμπώντας στη βαθιά γνώση των αιτίων της κρίσης που μαστίζει σήμερα τη χώρα μας και με τρόπο απλό και διαλεκτικό δημιουργεί πεδίο μιας πολυφωνικής ενορχήστρωσης και μέσα από φωνήματα, αντιφωνήματα, ισοκρατήματα και με μια θα έλεγα πυθαγόρεια επιχειρηματολογία δημιουργεί σε κάθε κεφάλαιο ένα σκηνικό γεμάτο δράση και ζωή. Οι προβληματισμοί και οι διάλογοι σε κάθε κεφάλαιο συνθέτουν ένα μαγνητικό πεδίο όπου οι συζητήσεις και οι στοχασμοί προάγουν τη σκέψη, δημιουργούν ερεθίσματα και χτίζουν μ’ έναν περίτεχνο τρόπο μια προβληματική που στον πυρήνα της δεν είναι η «πολιτική», αλλά ο πολιτισμός.

Και πραγματικά αν ρίξουμε μια ματιά στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο: «Η φυγή και…» θα δούμε ότι με δωρικό τρόπο αναφέρεται με σεβασμό στη δομή της οικογένειας, της ελληνικής επαρχίας και προφανώς της δικής του οικογένειας στο μεσοπόλεμο και στις δεκαετίες του 50,60,70. Αναφέρεται στις διατροφικές συνήθειες και στις δομές της αποτελεσματικής συνεργασίας των μελών της οικογένειας, έτσι ώστε «να περισσεύουσι εις παν έργον αγαθόν και να έχουν πάσαν αυτάρκεια».

Διαβάζω λοιπόν από το πρώτο κεφάλαιο. «Οι δουλειές μοιρασμένες ανάλογα με τη γνώση και τις σωματικές ικανότητες του καθένα. Οι μικροί κουβαλούσαν νερό, έστηναν παγίδες για πουλιά και ψάρευαν στο ποτάμι, και οι μεγαλύτεροι στις βαριές δουλειές. Οι φωνές και τα τραγούδια γέμιζαν την ατμόσφαιρα και όλοι περίμεναν τη μετάλλαξη των πουρναριών σε κάρβουνο που θα πήγαινε στην πόλη για να εξασφαλιστούν τα προς το ζην. Η επιτυχία στο καμίνι έδινε χώρο για χαρές, τραγούδια και τσίπουρο, αλλά και για σκληρή δουλειά. Η μεταφορά των κάρβουνων βασανιστική και τα μουλάρια και οι γυναίκες επί τω έργω. Ο κοινός αγώνας, όμως, τους έδινε δύναμη και διάθεση να ονειρεύονται».

Και από τον κοινό αγώνα που τους έδινε δύναμη και διάθεση να ονειρεύονται θα φτάσουμε μέσα από δοκιμασίες, απογοητεύσεις και πίκρες στην πρόσληψη μιας μεγάλης αλήθειας: Η γνώση είναι η ευκαιρία.

Με αφετηρία το σύνθημα: «η γνώση είναι επένδυση», άρχισαν να ερημώνουν τα χωριά και να κυοφορείται η εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Δύο ελπίδες για καλύτερη ζωή και δύο απειλές για το θάνατο διαχρονικών αξιών και την απορρόφηση της εισαγόμενης υποκουλτούρας, που πήρε τη θέση της αυθεντικότητας. Ο Πέτρος με τη σύντροφό του τη Μάρθα μετά το δεύτερο κύμα μετανάστευσης στη Γερμανία, στη χώρα που ήξερε να επιβραβεύει τη συνέπεια και το ταλέντο και να καταξιώνει τους ικανούς και φίλεργους θα γυρίσει στην πατρίδα, στο χωριό του για να κάνει μια οδυνηρή διάγνωση… «Η απουσία των ανθρώπων αλλοίωσε το τοπίο και έδιωξε ακόμα και τα πουλιά».

Στο ίδιο κεφάλαιο περιγράφεται με σαφήνεια πως ο επαναπατρισμός του Πέτρου και της Μάρθας μετά την πτώση της δικτακτορίας προκειμένου να επενδύσουν στην ελληνικότητα των παιδιών τους αποτέλεσε αιτία απογοήτευσης όταν, στην προσπάθειά τους να βρουν δουλειά ανάλογη των προσόντων τους και της εμπειρίας τους διεπίστωσαν πόσο «το ρουσφέτι» είχε διαβρώσει την ελληνική κοινωνία και τη ζωή των ελλήνων.

Κι αυτή η παραμορφωτική δομή του απόλυτα φυσικού δικαιώματος να προσλαμβάνεσαι για εργασία, όπου και όσο τα προσόντα σου ορίζουν, αποδίδεται από το συγγραφέα με την πρόταση: «Η αναζήτηση τράβηξε καιρό, ώσπου κάποιος φίλος τους έδωσε τη συμβουλή: Το κλειδί είναι ο Βουλευτής». Στο ίδιο κεφάλαιο θα δούμε ότι τα παιδιά του Πέτρου και της Μάρθας με το γυρισμό τους στην νέα πατρίδα άρχισαν να διαβάζουν για τα ερείπια του τόπου καταγωγής, τις αξίες που κυριάρχησαν στον πολιτισμό του και τις περιπέτειες της σύγχρονης εποχής. Αισθανθηκαν και περήφανοι και απογοητευμένοι, αλλά κυρίως περήφανοι.

Η πρώτη επίσκεψη στην πατρίδα ήταν η αφορμή για να διαλέξουν ο Βασίλης και η Μαρία τα αντικείμενα των σπουδών τους. Η Μαρία ήθελε να αναδείξει τον πολιτισμό που κρύβουν οι πέτρες και ο Βασίλης να μάθει τις τεχνικές ανόρθωσης της ερειπωμένης πατρίδας.

Και τα δυο παιδιά θα ασχοληθούν με θέματα που άπτονται του Ελληνικού Πολιτισμού και της Ελληνικής Λαϊκής Παράδοσης. Όμως κυρίες και κύριοι επειδή το έργο «ο δρόμος μας…» έχει τη δική του αισθητική και σημειολογική αξία θα λυτρωθώ από τον πειρασμό να σας ξεναγήσω σε όλα τα μονοπάτια της σκέψης των συλλογισμών και των συναισθημάτων του Χρήστου Μασσαλά.

Γι’ αυτό θα προσπαθήσω να κάνω μια γενική προσέγγιση. Σε μια θα έλεγα εκ βαθέων επίκληση των στοιχείων που αποτύπωσαν πάνω μας τη σφραγίδα του παρελθόντος, ο συγγραφέας διατυπώνει με τρόπο λιτό ένα αξίωμα. «Το πολιτισμικό επίπεδο μιας χώρας εκφράζεται από το δομημένο και μή περιβάλλον της. Εκεί αποτυπώνονται η αισθητική και οι αξίες που κυριάρχησαν στην πορεία της, γιατί το κάθε τι που μας περιβάλλει έχει τη δική του ιστορία που είναι στενά συνδεδεμένη με την ανθρώπινη περιπέτεια». Και θα μου επιτρέψει ο συγγραφέας να επεκτείνω τη σκέψη του και να συμπληρώσω: και όχι μόνο η ανθρώπινη περιπέτεια, αλλά και τα όνειρα, τα οράματα και οι στοχασμοί μας.

Στο τέταρτο κεφάλαιο με τίτλο: «Ανακαλώντας το παρελθόν» ο συγγραφέας αναφέρεται στο δράμα του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου και στην τραγωδία του εμφυλίου. Επίσης καταγράφει τα κριτήρια με βάση τα οποία έγινε η ανοικοδόμηση της χώρας στις δεκαετίες του 50,60 « η χώρα γνωρίζει μια οικοδομική επανάσταση χωρίς ποιοτικά χαρακτηριστικά…». Τα διαμερίσματα κτίζονταν με το κριτήριο του ελάχιστου κόστους και του μέγιστου κέρδους.

Και συνεχίζει ο συγγραφέας: ΅Στον πυρετό της ανοικοδόμησης η αυθαιρεσία κυριάρχησε. Το γεγονός αυτό είχε λίαν αρνητικά αποτελέσματα τόσο ως προς την λειτουργία της πόλης και την ασφάλεια των ενοίκων των παράνομων κτισμάτων, όσο και ως προς την κουλτούρα, την αισθητική, το καλό γούστο, το μάτι που βλέπει και τη νοημοσύνη που εκτιμά και κρίνει.

Η αυθαιρεσία, η ατιμωρησία και η μη τήρηση των κανονισμών και των νόμων γέννησε και πολλαπλασίασε τη διαφθορά. Η ενθάρρυνση των παρανομιών δίνοταν και δίνεται από την επίσημη πολιτεία κλπ κλπ».

Αλήθεια πόσο οι εύστοχες και παραστατικές αυτές επισημάνσεις δένουν με τους στίχους του Γ. Σεφέρη από το τρίτο κεφάλαιο του Θερινού Ηλιοστασίου. «Στην πολιτεία που έγινε πορνείο, μαστροποί και πολιτικές διαλαλούν σάπια θέλγητρα».

Σε κανένα κεφάλαιο, σε καμία παράγραφο δεν θα συναντήσουμε τις περίφημες τάσεις: εκείνη της μισοεθνικής, μισοψυχολογικής τάσης που οδηγεί σε διαλεκτικές ψευδοσυνθέσεις.

Είναι εκπληκτικό να βλέπει κανείς διάχυτή την αντίληψη και τη φιλοσοφία ότι ο Έλληνας πιστεύει στην προσπάθεια και μπορεί με την δική του βούληση, δύναμη, επιμονή, υπομονή και σκληρή εργασία να φτάσει στην εκπλήρωση των πόθων του, στην πραγμάτωση των ονείρων του, των οραμάτων του και των στοχασμών του.

«Ο δρόμος μας», όπως τον χαράσσει με τη δική του λογική, τη δική του συναισθηματική του νοημοσύνη ο συγγραφέας είναι έξω και μακριά από τον ναρκισσισμό των φορέων της όποιας ιδεολογίας και της νωθρής ιδιαιτερότητας των ανθρώπων, που θέλουν να εξαργυρώσουν την ψήφο τους με την υποστήριξη και τον ευφημισμό κάποιου πολιτικού.

Αυτή η πατρίδα.. «που σαν τον ήλιο της, ήλιος αλλού δεν λάμπει», προσφέρει χιλιάδες ευκαιρίες για όνειρο και στοχασμό. Κι όσοι αποδέχονται αυτή τη μεγαλόπρεπη και γενναιόδωρη προσφορά χτίζουν αντί να γκρεμίζουν, φωταγωγούν αντί να σβήνουν, κι ανάβουν το καντηλάκι της ανθρωπιάς και το φάρο της δημιουργικότητας.

Οι αποδέκτες αυτής της ευλογίας του ονείρου και του στοχάσμου οικοδομούν την Ελλάδα της φλόγας, και υφαίνουν με την δημιουργικότητά τους την Νέα Ελλάδα, την σύγχρονη Ελλάδα που θα οδηγήσει τους Έλληνες σε μια ζωή που αξίζει να τη ζει κανείς, σε μια ζωή που θα προκαλεί το σεβασμό, την συμπάθεια και το θαυμασμό, όλων εκείνων που θέλουν να βαφτιστούν στο φως και στο γαλάζιο που χαρακτηρίζει την πατρίδα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, του Φειδία και του Καλλικράτη, του Μιλτιάδη και του Μέγα Αλέξανδρου.

Ο συγγραφέας για να υποδείξει το δρόμο μας χρησιμοποιεί συμβολικά ένα μνημείο των λαϊκών μαστόρων, τη Σκάλα του Βραδέτου, που ανεβάζει σταδιακά και χωρίς αγκομαχητό από τα 950 μέτρα υψόμετρο στα 1340 μετρώντας βέβαια 1200 σκαλοπάτια και 39 καγκέλια (στροφές).

Μοναδικής αρχιτεκτονικής σύλληψης η σκάλα και μεγάλης πνοής έργο. Λένε πως για το χτίσιμό της τα μαστόρια ξόδεψαν 40 φορτώματα αλάτι για το φαγητό τους, στοιχείο που προσυπογράφει και επικυρώνει τη μεγάλη χρονική διάρκεια και το πλήθος των ανθρώπων που ασχολήθηκαν. Κι όλα αυτά για να εξασφαλίσουν βοσκότοπο για 16.000 πρόβατα.
Σήμερα στα τροφαντά καλοκαιρινά βοσκοτόπια του Βραδέτου αραιά και που βόσκουν γίδια και πρόβατα και ακούγονται κουδούνια.

Η φυγή, όπως την περιγράφει ο συγγραφέας άδειασε τον τόπο, τον ερήμωσε, τον άφησε πληγωμένο και αιμορραγεί. Και όταν από την «φυγή» φτάσουμε στην επιστροφή – και αυτό είναι το δεύτερο κεφάλαιο, τα παιδιά του Πέτρου και της Μάρθας, ο Βασίλης και η Μαρία ασχολήθηκαν με επιστήμες που θα μπορούσαν να τους δέσουν ακόμη περισσότερο με την Ελλάδα. Ο Βασίλης άρχισε τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο και η Μαρία στην Αρχαιολογία.

Σε λίγα χρόνια ένα νέο σκηνικό θα στηθεί. Ο Βασίλης είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την αυθεντική ιστορία των πετράδων που έχτισαν πέτρινα σπίτια και πέτρινα γεφύρια στην Ήπειρο, στην Θεσσαλία, Μακεδονία, Βαλκάνι και η Μαρία, μαζί με τον σύντροφό της Χρήστο παράλληλα με τις σπουδές της στη Γερμανία εντάσσεται σε προγράμματα ανασκαφής μιας ερευνητικής ομάδας. «Όμως ο Βασίλης και η Μαρία με τους συντρόφους τους Έμμυ και Χρήστο είναι ευαίσθητα παιδιά και έχουν κρατήσει πολλά από τα στοιχεία της κουλτούρας που μεγάλωσαν. Τους ενοχλούσε η προχειρότητα, η ασυνέπεια, η απαξίωση των θεσμών». Και συνεχίζει ο συγγραφέας «η κατάληψη δημοσίων κτιρίων ως εκδήλωση διαμαρτυρίας, που γίνονταν συχνά και η αβασάνιστη απαξίωση της άλλης άποψης ήταν πράξεις και στάσεις αδιανόητες για αυτούς».

Αλήθεια πόσοι από τους Έλληνες που οδηγήθηκαν στην μετανάστευση καλλιέργησαν και υπέθαλψαν την ιδέα μιας δημιουργικής Ελλάδας στις παροικίες των Ελλήνων; Αν κρίνουμε από τους γονείς των μεταναστών Πέτρο και Μάρθα που αποτελούν το πρωτογενές κύτταρο του δρόμου μας και από τα παιδιά τους Βασίλη και Μαρία και τους συντρόφους τους Έμμυ και Χρήστο στις παροικίες των Ελλήνων στήθηκε και ευδοκίμησε μια Ελλάδα της δημοκρατίας, της ανάπτυξης, του αλληλοσεβασμού και της ασταμάτητης καλλιέργειας του ονείρου για επιστροφή στην Ελλάδα.

Πιστεύω βαθιά ότι «Ο ΔΡΟΜΟΣ ΜΑΣ» στα χέρια φωτισμένων φιλολόγων, στα χέρια φωτισμένων καθηγητών κοινωνιολογίας και οικονομικής προσέγγισης και ελληνικής παράδοσης θα ήταν ένα πολύτιμο εργαλείο ακτινογραφίας και διάγνωσης της ελληνικής πραγματικότητας που όλους μας πληγώνει.

Επίσης πιστεύω και προτείνω ότι για την Γ γυμνασίου και Α Λυκείου στα πλαίσια των προγραμμάτων «Λογοτεχνικές Περιπλανήσεις» «ο δρόμος μας», θα ήταν ένα εξαιρετικό εργαλείο για ξενάγηση των παιδιών στις ατραπούς του παρελθόντος τις οποίες πρέπει καλά να γνωρίζουν, αν θέλουν να χαράξουν με ασφάλεια το δρόμο του μέλλοντος. Για τα προγράμματα «Λογοτεχνικές Περιπλανήσεις» με υπότιτλο «μια πόλη ένας συγγραφέας», τα Εκπαιδευτήρια ΓΕΙΤΟΝΑ μπορούν να προσφέρουν την πολύτιμη εμπειρία τους σε όποιο Σχολείο το ζητήσει και ακόμα και στο σεβαστό Υπουργείο Παιδείας.

Ο φιλοσοφικός και προτρεπτικός λόγος που θάλλει σε κάθε σελίδα στο έργο του Χρήστου Μασσαλά που επάξια τιτλοφορείται «Ο δρόμος μας…» είναι ένα λυτρωτικό βάφτισμα του νου και της καρδιάς κάθε Έλληνα, τώρα «που η κρίση στην Ελλάδα δημιουργεί επικίνδυνες διαστολές και συστολές».

Γιατί αλήθεια αναρωτιέμαι:

«πως έγινε έτσι η θάλλασα;»

πως έγινε έτσι η πατρίδα μας;

«Άργησα χρόνια στα βουνά. με τύφλωσαν οι πυγολαμπίδες»

«Κι όμως ήταν γλυκό το κύμα, όπου έπεφτα παιδί και κολυμπούσα,

κι ακόμη σαν ήμουν παληκάρι καθώς έψαχνα σχήματα στα βότσαλα,
γυρεύοντας ρυθμούς,

μου μίλησε ο θαλασσινός ο γέρος:

Εγώ είμαι ο τόπος σου, ίσως να μην είμαι κανείς, αλλά μπορώ να γίνω αυτός που θέλεις».

Και το μεγάλο κέλευσμα, η θερμή ικεσία που αναμέλπει ο συγγραφέας Χρήστος Μασσαλάς είναι ακριβώς αυτό: Αυτός είναι ο δρόμος μας. Η συνεργασία, η συλλογικότητα που θεμελιώνει και αναδεικνύει τη δημιουργικότητα, ο σεβασμός στους θεσμούς, το άνοιγμα της αγκαλιάς των Πανεπιστημίων μας στην ελληνική κοινωνία και στο επιχειρηματικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι.

Μόνο έτσι ο τόπος μας θα γίνει αυτό που θέλουμε. Θα γίνει πηγή ζωής και ευφροσύνης και δεν θα μας πληγώνει, όπου και να ταξιδεύουμε. Όλο το έργο που κινείται μεταξύ διηγήματος και δοκιμίου αποτελεί μια επείγουσα προειδοποίηση, μια θερμή ικεσία, και μια προσευχή «να μην καταργήσουμε τα μάτια μας», να μην σβήσουμε το στοχασμό μας, να είμαστε σε εγρήγορση, να ονειρευόμαστε, να οραματιζόμαστε, να στοχαζόμαστε, να χρησιμοποιούμε τα θεμέλια του παρελθόντος για να στηρίξουμε την δημιουργία του παρόντος που θα μας εξασφαλίσει ελληνοπρεπές και φιλόκαλλον μέλλον.

Χρήστο Μασσαλά, σε ευχαριστώ εκ βαθέων για την ευκαιρία που μου έδωσε «ο δρόμος σου» να ψηλαφήσω τα όνειρά μου και να εμπεδώσω την βεβαιότητα ότι με συνεργασία, σεβασμό και σκληρή δουλειά η Ελλάδα θα νικήσει.

 

Ομιλία κ. Γιώργου Δ. Οικονόμου, Πρόεδρου Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος

Ως Πρόεδρος της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος, θέλω πρωτίστως να επισημάνω ότι δεν είναι καθόλου υπερβολή να τονίσω πώς η Ήπειρος είναι ένας ευλογημένος τόπος που έχει τον μοναδικό συνδυασμό της αξεπέραστης φυσικής ομορφιάς και του αξιοθαύμαστου και εξαίρετου έμψυχου υλικού. Στην Ήπειρο είχαμε, έχουμε και ελπίζουμε ότι θα συνεχίσουμε να έχουμε σπουδαίες προσωπικότητες των γραμμάτων, των επιστημών, των τεχνών και του ευεργετισμού.

Μεταξύ των προσωπικοτήτων αυτών συμπεριλαμβάνεται και ο τέως Πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και αγαπητός φίλος Χρήστος Μασσαλάς, του οποίου το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα είναι και επίκαιρο και χρήσιμο. Δεν είναι ένα πολιτικό πόνημα του συρμού, είναι μια πρόσκληση και μια πρόκληση για βαθύ προβληματισμό ολόκληρης της κοινωνίας μας, του κράτους, του πολιτικού προσωπικού, των πολιτικών οργανώσεων αλλά και των απλών μελών αυτής της πολιτείας για τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος και για τα αίτια που έφτασαν τη χώρα μας στην παρακμή, στο χείλος του γκρεμού και το λαό μας χωρίς να το θέλει και δίχως να το ξέρει στην φτώχεια και την εξαθλίωση.

Την πορεία της χώρας προς το χείλος της καταστροφής την προσεγγίζει ο Χρήστος Μασσαλάς και την παραλληλίζει με την πορεία δυο νέων ανθρώπων, του Πέτρου και της Μάρθας, που αναζητώντας καλύτερη τύχη, παίρνουν το δρόμο του μισεμού και του ξενιτεμού, έχοντας όμως στο νού και την καρδιά τους το νόστιμο ήμαρ παίρνουν το δρόμο της επιστροφής για την πατρίδα.

Στην πατρίδα, τονίζει ο συγγραφέας αρχίζει μια νέα περίοδος, τα παιδιά στο σχολείο και εκείνοι σε αναζήτηση μιας ανάλογης με τις δεξιότητές τους δουλειάς. Η αναζήτηση τράβηξε καιρό, ώσπου κάποιος φίλος τους έδωσε τη συμβουλή: το κλειδί είναι ο βουλευτής. Ακολούθησαν τη συμβουλή και βολεύτηκαν, αλλά απογοητεύτηκαν πολύ γρήγορα γιατί στην πατρίδα βασιλεύει η προχειρότητα και κυρίως το ρουσφέτι. Η αλλαγή του κόμματος που κυβερνούσε τη χώρα και η αναρρίχηση άλλου κόμματος στην εξουσία, είχε ως συνέπεια την απώλεια της δουλειάς τους, γιατί ήταν ευνοούμενοι της προηγούμενης κυβέρνησης.

Ο Πέτρος λοιπόν και η Μάρθα ήρθαν αντιμέτωποι με την ρουσφετολογία, την αναξιοκρατία και γενικότερα την κομματοκρατία και την κακοδιοίκηση μέσα από την οποία περνάει η φθορά και η διαφθορά, η δαιδαλώδης πολυνομία και εξουθενωτική ανομία, η εκμετάλλευση του αδύνατου, ο παραγκωνισμός του ικανού, ο εξοστρακισμός του εντίμου. Μια κακοδιοίκηση που εκτρέφει τον παραγοντισμό, την αδράνεια, την αδιαφορία και την κοινωνική ανισότητα, και έτσι γυρίζουν ξανά στη Γερμανία, απ΄ όπου μετά το πέρας των σπουδών των παιδιών τους επιστρέφουν και πάλι στην πατρίδα.

Βεβαίως η ουσία του βιβλίου δεν είναι η ανθρώπινη ιστορία του Πέτρου και της Μάρθας, είναι το χρονολόγιο της εξώθησης της χώρας μας στη σημερινή θλιβερή και οδυνηρή πραγματικότητα όπου έχουν καταρρεύσει οι κοινωνικές παροχές, έχουν καταργηθεί τα κοινωνικά δικαιώματα και τίποτα δεν έχει μείνει όρθιο. Ο συγγραφέας εντοπίζει ότι το πρόβλημα της χώρας συνίσταται στη μη λειτουργία της ίδιας της δημοκρατίας και δεν έχει άδικο, αφού ο πολίτης όχι μόνο δεν είναι συνειδητοποιημένος και ενεργός, αλλά είχε μεταβληθεί σε κατευθυνόμενο ψηφοφόρο.

Στη χώρα μας συνέβη από τη μεταπολίτευση και δώθε κάτι παράδοξο και αντιφατικό. Οι άνθρωποι της πολιτικής, εκείνοι ακριβώς που άσκησαν την πολιτική προώθησαν άμεσα ή έμμεσα την απολιτικότητα την πολιτική χαλαρότητα και την αδράνεια παρά το ότι η πολιτική σαν οργανωμένη αντιπαράθεση συμφερόντων και απόψεων, σαν δημόσιος διάλογος σκεπτόμενων ανθρώπων, σαν σύγκρουση αρχών, σαν ανταγωνισμός και σαν συμβιβασμός, η πολιτική σαν πάλη για τον τρόπο αντιμετώπισης και επίλυσης των κρίσιμων άμεσων προβλημάτων και για τη διαμόρφωση του μέλλοντος της χώρας, είναι υπέρτατο χρέος για τον καθένα.

Αυτή την πολιτική είχαν στο νού τους οι αρχαίοι όταν αποκαλούσαν «ιδιώτη» δηλ. ηλίθιο όποιον απείχε από τα κοινά, όποιον δεν συμμετείχε υπεύθυνα στη δημόσια ζωή της πατρίδας του. Συμμετοχή όμως του μέσου πολίτη σημαίνει υπεύθυνη ενεργοποίησή του, σημαίνει όπως εύστοχα γράφει ο κύριος Μασσαλάς «ενεργό ανάμιξη στη διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων». Το πρόβλημα είναι ότι ο ψηφοφόρος και οπαδός κατευθύνεται, χειραγωγείται, κερδίζεται με συνθηματολογία και δημαγωγία, ιδού πως ο Χρήστος Μασσαλάς με τον καθαρό και έγκυρο λόγο του, απέναντι στον ποταμό της αυτάρεσκης φλυαρίας, του άλογου και αναιδούς που συνήθως καλύπτει την αβυσσαλέα κομματική, συντεχνιακή ή άλλη ιδιοτέλεια, παραθέτει τον δικό του λόγο:

«Η χώρα που επινόησε την πολιτική συνείδηση και το κράτος δικαίου, είχε αφεθεί στη διάθεση του λαϊκισμού και την ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής ζωής. Οι υποσχέσεις παροχών και οι αερολογίες κυριαρχούσαν από τους εκπροσώπους όλων των κομμάτων και κυρίως εκείνων που βρίσκονταν στις παρυφές της εξουσίας. Το κόστος των παροχών δεν τους απασχολούσε, στην αλήθεια δεν έδιναν την πρέπουσα αξία, η δημιουργία προοπτικής έμπειρης κοινωνίας δεν ήταν στις επιδιώξεις τους, ωθούσαν τα προβλήματα στους επόμενους και το μέλλον που θεμελίωναν ήταν η αβεβαιότητα»

Σε άλλο σημείο ο Χρήστος Μασσαλάς επισημαίνει: «Το ευμετάβλητο της κομματικής μάζας κάνει τον ηγέτη προσεκτικό απέναντί της, δεν παύει να την τροφοδοτεί με μεγαλοστομίες και να ανανεώνει την συναισθηματική σχέση μαζί του, Ακόμη και σε προκλητική περίπτωση κομματικού στελέχους που κατείχε υψηλή δημόσια θέση, αντί του κεραυνού, επιστρατεύτηκε το χιούμορ «είπαμε δωράκια, αλλά όχι και τόσο ακριβά». Το γεγονός αυτό δρομολόγησε την καθιέρωση του χρηματισμού στη διαχείριση δημοσίων υποθέσεων και το μόνο που δεν είχε οριστεί ήταν το ύψος του. Έτσι, η χώρα έγινε πρωταθλητής της διαφθοράς με διεφθαρμένους, ολίγον ασύδοτους, κάτι που θυμίζει το γνωστό «ολίγον έγκυος».

Κυρίες και κύριοι όλοι μας θα πρέπει να ξανασκεφτούμε και να ανατοποθετηθούμε σε μια σειρά από ενδημικά προβλήματα της κοινωνίας μας. «H συμμετοχή στον τρόπο του άρχεσθαι, όχι μόνο εντείνει το συλλογικό αίσθημα ευθύνης, για όσα πράττει η θεσμοθετημένη εξουσία, αλλά επίσης κρατά τους εκφραστές της τίμιους και αποτρέπει τις αυταρχικές τους υπερβασίες. Οι πολίτες δεν έχουν μόνο αιτήματα, έχουν και υποχρεώσεις.» Πράγματι η πρωταρχική αλήθεια ότι κανένα είδος οργανωμένης κοινωνικής ζωής δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ευθύνη σ΄ όλα τα επίπεδα, έχει σε τέτοιο βαθμό παραμεριστεί και ξεχαστεί στην ατομική και πολύ περισσότερο στην συλλογική μας ζωή, ώστε έχουμε οδηγηθεί σε μια χωρίς υπερβολή χαοτική κατάσταση. Όχι μόνο δεν αναλαμβάνουμε την ευθύνη των πράξεών μας, αλλά ούτε και περιμένουμε από τον άλλο ότι θα λειτουργήσει υπεύθυνα. Η αξίωση ευθύνης εισπράττεται σαν σκληρότητα και αυταρχισμός με αποτέλεσμα να μη μπορεί να ασκηθεί κανένα είδος διοίκησης και τα φαινόμενα παραλυσίας να αυξάνονται πολλαπλασιαστικά. Στη χώρα μας ασύλληπτες πράξεις παράβασης καθήκοντος, διαφθοράς, παράνομου πλουτισμού, φαυλότητας και δημόσιας εκπόρνευσης όλων των κατηγοριών, ξεχνιούνται, περνάνε στις καλένδες, αν δεν γίνουν αντικείμενο χαριτολογιών, χαριεντισμάτων και ευφυολογιών.

Η ελαστικότητα της συνείδησης στη χώρα μας, έχει φτάσει να θεωρείται προσόν, ικανότητα προσαρμογής και καπατσοσύνη, το να μην εκπληρώνεις το καθήκον σου ανήκει στα αυτονόητα της καθημερινής ζωής η δε λεηλασία του Δημοσίου κυρίως μέσω των προμηθειών σαν συγχωρητέο μικροπταίσμα. Η τακτική και η τεχνική του λαδώματος έχει αναχθεί σε επιστήμη και θεσμό, που εδώ και 10ετίες διαβρώνει τα πάντα.

Εκείνο που ασφαλώς δεν θελήσαμε ποτέ να καταλάβουμε είναι ότι σε κάθε βήμα της δημόσιας ζωής μας κρίνεται σε τελευταία ανάλυση η ικανότητα επιβίωσης του δημοκρατικού μας πολιτεύματος , η αποτελεσματικότητα και η δύναμη της δημοκρατίας, αυτό που επισημαίνει και ο κύριος Μασσαλάς. Δεν θελήσαμε να καταλάβουμε ότι: Κακοδιοίκηση, γραφειοκρατία, διαφθορά, διαπλοκή, αναποτελεσματικότητα, σύγχυση, αυθαιρεσία, ημετερισμός, συναλλαγή, ρουσφέτι, αναξιοκρατία, η φοροδιαφυγή με τη δική της «τιμή», η πολεοδομική παράβαση με το δικό της «κόστος», η καταπάτηση της δημόσιας γης με τη δική της «ρύθμιση» από την πλευρά του κράτους και ασυδοσία μαζί με την ανευθυνότητα από την πλευρά του πολίτη, είναι παντού και πάντοτε το πιο πρόσφορο έδαφος για να φυτρώσουν αντιδημοκρατικές εκβλαστήσεις και ν΄ αναπτυχθούν αντιδραστικά νεοφασιστικά και ναζιστικά νεοπλάσματα, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης αυτών αυξάνεται, όταν τα μοντέλα ανηθικότητας και φαυλότητας εκπορεύονται από τα πάνω, από την κορυφή.

Τέλος ο εξωτερικός δανεισμός, οι μη παραγωγικές επενδύσεις, η αλόγιστη κατανάλωση, το προβληματικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν εγγυώνται ποιότητα και μαζική κουλτούρα, αλλά μαζική διασκέδαση και παρακμή επισημαίνει ο κύριος Μασσαλάς.

Μόνιμα στη χώρα μας αρνούμαστε να αντιμετωπίσουμε κατά πρόσωπο τις πραγματικότητες. Οι συνειδητές επιλογές που κρέμαγαν πάντοτε την ελπίδα , την αναμονή και την προσδοκία σε «προστάτες», «φίλους», «πάτρωνες, «συμμάχους» που μας κράτησαν από την απελευθέρωση μέχρι και την κρίση σε σχέσεις υποτέλειας και εξάρτησης, οι ίδιες επιλογές και ο ίδιος προσανατολισμός κατηύθυνε και τα πεπρωμένα της Ελληνικής οικονομίας. Η ανεύθυνη αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας μιας οικονομίας που προήγαγε τον παρασιτισμό , την αντιπαραγωγικότητα, τον υπερκαταναλωτισμό, την αισχροκέρδεια, την γενίκευση της ατιμίας στις συναλλαγές σε μια έκταση πρωτοφανή και σ΄ ένα στάδιο αθεράπευτο, οδήγησαν τα πράγματα στη σημερινή τραγική κατάσταση και μάλιστα σε μια χώρα που η φύση την προίκησε πλουσιοπάρoχα, όχι μόνο με ασύλληπτες φυσικές καλλονές, αλλά και με άφθονες πλουτοπαραγωγικές πηγές στο υπέδαφος, στη θάλασσα, στα βουνά και τους κάμπους της. Ποτέ δεν επιχειρήθηκε να δημιουργηθούν στη χώρα σταθερές βάσεις οικονομικής ακμής και ικμάδας στηριγμένες στην ανάπτυξη του ίδιου του Ελλαδικού χώρου. Η μικροπολιτική σκοπιμότητα κατάπιε τη μακροπρόθεσμη προοπτική, ζώντας σε βάρος του μέλλοντος και τρώγοντας το ψωμί του αύριο.

Κυρίες και κύριοι,

Λαός που αγωνίστηκε όπως ο δικός μας για δικαιώματα και ελευθερίες, είναι σίγουρο πως θα συνετίσει εκείνους που ανέλαβαν να τον διοικήσουν και να τον οδηγήσουν σε βάρβαρες και απεχθείς λύσεις που προσβάλλουν τον πολιτισμό και τη σκέψη μας. Είναι επίσης βέβαιο πώς με την ενότητα και τους αγώνες του λαού μας θα περάσουμε απέναντι. Τούτο μας το υπενθυμίζει πολύ εύστοχα και ο Λατίνος Ποιητής Βιργίλιος ο οποίος στην Αινειάδα του γράφει ότι :κι αν τα καράβια μας να έχουν τσακιστεί από την τρικυμία, τα πανιά μας να έχουν σχιστεί , να έχουμε χάσει αγαπημένους συντρόφους , ή να λυπόμαστε για το άδοξο τέλος των ηρώων μας, να μας απειλεί το ένα κύμα μετά το άλλο, να γεμίζει φόβο τις ψυχές μας, η συμφορά που μας περιβάλλει, όμως και αυτό θα περάσει και κάποτε θα τα θυμόμαστε με αναπόληση, το ίδιο πιστεύω και εγώ, το ίδιο πιστεύει και ο κύριος Μασσαλάς που στο τελευταίο του κεφάλαιο γράφει: «Η ιδέα της εφικτής προόδου δεν χάθηκε, αρκεί να αξιοποιηθεί το ταλέντο και να λειτουργήσει αξιόπιστα η δημοκρατία»

Σας ευχαριστώ.

 

Η ομιλία του συγγραφέα κ. Χρήστου Μασσαλά

Κυρίες και Κύριοι

Η χώρα μας εδώ και πολλά χρόνια έδειχνε σημάδια παρακμής που τόσο η πολιτική, όσο και η πνευματική ηγεσία και οι πολίτες τα αγνόησαν με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σήμερα στον αστερισμό των καταιγίδων.Στον πολίτη γεννιούνται τα ερωτήματα: τι πρέπει να ξέρω; Τι πρέπει να κάνω; Τι μου επιτρέπεται να ελπίζω; Για να βρει ο πολίτης μια απάντηση πρέπει να ενημερωθεί για τις παθογένειες που αγνόησε και να αναστοχαστεί το ρόλο και τις ευθύνες του.

Υπηρετώντας για πολλά χρόνια θεσμούς θεώρησα υποχρέωσή μου να περπατήσω ξανά τα τελευταία πενήντα χρόνια συντροφιά με κοντινούς μου ανθρώπους και να δω από κάποια απόσταση αυτό το κοιμητήριο ιδεών και ελπίδας.Διάλεξα τη συντροφιά και πραγματικές καταστάσεις για να ενεργοποιήσω την αυτοκριτική μας και να τονίσω ότι η πατρίδα μας ποτέ δεν πεθαίνει, αλλά αν προσπαθήσουμε λίγο ακόμη θα τα καταφέρουμε....

Εκείνο που διαπίστωσε η συντροφιά μου είναι ότι το φθαρμένο πολιτικό σύστημα, η έγχρωμη γραφειοκρατία, το αναξιόπιστο εκπαιδευτικό σύστημα και η εισαγόμενη υποκουλτούρα είχαν ως αποτέλεσμα την πλασματική αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος και την πραγματική μείωση του κατά κεφαλήν περιεχομένου. Αυτόν τον τόπο, που τον κατοίκησαν οι άνθρωποι που θεμελίωσαν, με την αυστηρότητα της σκέψης, την έννοια του σχολείου, την πολιτική συνείδηση και τους δημοκρατικούς θεσμούς τον έχουμε υποβαθμίσει....Αναζητείται ελπίδα...

Τους ανθρώπους σ’ αυτή τη χώρα, το παρόν τους γεμίζει φόβο και θυμό και το μέλλον τους ανησυχεί. Το μόνο αντίδοτο στην ανησυχία είναι η ενασχόληση με κάτι. Όταν δινόμαστε ενεργά σε κάτι, δε μένει καιρός ούτε χώρος για ανησυχία. Με την ανησυχία δεν πετυχαίνουμε τίποτα, μόνο η ενασχόληση με κάτι σοβαρό και χρήσιμο θα ανοίξει τον ορίζοντα να δούμε μακριά.

Αυτό που μας ανησυχεί είναι γνωστό, η συνέχεια και επιδείνωση αυτού που βιώνουμε...

Ο εξοστρακισμός του μπορεί να γίνει με βελτίωση του παρόντος. Κατά συνέπεια, τη θέση της αναμονής πρέπει να πάρει η εργώδης προσπάθεια για την καλυτέρευση του παρόντος, επιστρατεύοντας τη γνώση και το ταλέντο και αντλώντας εμπειρίες από τις περιπέτειες του πρόσφατου παρελθόντος. Μια τέτοια προοπτική απαιτεί τη γνώση των επιθυμιών μας, των αδυναμιών μας, των ικανοτήτων μας, των φόβων μας και ακόμη μια κριτική ανάλυση της μέχρι τώρα πορείας μας.

Η επιθυμία μας να ζούμε σε μια λειτουργική δημοκρατία, όπως το δηλώνουμε, πρέπει να συνοδεύεται από εξαφάνιση του λαϊκισμού, την υιοθέτηση της διαφάνειας και της αξιοκρατίας, την απονομή δικαιοσύνης και την κυριαρχία του «κοινού» καλού (γενικής βούλησης). Η αδυναμία μας στο κυνήγι του εφήμερου πρέπει να αποτελεί παρελθόν, η λειτουργία της αξιόπιστης εκπαιδευτικής διαδικασίας να αποτελεί εθνικό στόχο και η αισιοδοξία να αντικαταστήσει το φόβο.

Μια φοβισμένη κοινωνία χάνει το δυναμισμό και τη φαντασία της και περιορίζει το οπτικό της πεδίο. Ίσως είναι σκόπιμη μια «εθνική άσκηση αυτογνωσίας», ένα άδειασμα από τα συμπλέγματα που μας καταδυναστεύουν ως λαό, για να δούμε καθαρά την πραγματικότητα και τις ευθύνες μας.Ένα «εθνικό περπάτημα» θα μας βοηθήσει να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας.

Μια στιγμή εθνικής και ατομικής «αυτοσυγκέντρωσης» θα μας επιτρέψει να βάλουμε σε τάξη τις σκέψεις μας και να διερωτηθούμε για το τι στ’ αλήθεια θέλουμε. Αυτός ο ευλογημένος τόπος με τους παράξενους κατοίκους, την «κουρασμένη» δημοκρατία και το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα έχει ανάγκη από ορθολογισμό και φρεσκάδα, για να αντιληφθεί το τι εκτυλίσσεται μπροστά του και του δημιουργεί φόβους.

Το μόνο αποτελεσματικό μέσο για να διαλυθούν οι φόβοι που διακατέχουν την πλειοψηφία των ανθρώπων αυτής της χώρας είναι η ουσιώδης ηρεμία που ισοδυναμεί με ένα εθνικό περίπατο στη «φύση τους». Μόνο τότε οι άνθρωποί της θα ανακαλύψουν ότι υπάρχει χώρος και χρόνος για να γίνουν δημιουργικοί, ώστε να διώξουν την καταχνιά για να δουν το τόπο τους να μετασχηματίζεται σε ευτοπία...

Αν ξανασκεφτούμε τις επιλογές που έχουμε ως λαός, τότε θα βρούμε το δρόμο μας. Η αξιοποίηση της τεχνολογίας-επιστήμης και η αυτοκριτική και αυτοδιόρθωση της μέχρι τώρα πορείας της χώρας θα αποτελέσουν την αρχή της νέας ιστορικής περιπέτειας.

Δεν ξεριζώθηκε όλη η ηθική-πολιτική μας κληρονομιά, γιατί παραμένουν ακόμη φωνές και ταλέντο που μπορούν να αναγεννήσουν τη χώρα μας. Η κρίση είναι η ευκαιρία αναστοχασμού, είναι η ευκαιρία να δούμε τα πράγματα από την αρχή και να δώσουμε χώρο στην αλήθεια. Από το ξετύλιγμα του χρόνου που προσπάθησα μαζί με τη συντροφιά μου γίνεται μάλλον φανερό ότι η χώρα έχει ανάγκη να ξαναθυμηθεί τις αξίες της...

Η κρίση είναι κυρίως κρίση αξιών.Η ελπίδα υπάρχει, η δική μας ευθύνη πρέπει να εκφραστεί, για να δουν οι νέες γενιές την πατρίδα τους με τη ματιά του Οδυσσέα Ελύτη: ματιά πλατιά όπου ο κόσμος γίνεται όμορφος από την αρχή στα μέτρα της καρδιάς.

Αυτός είναι ο τόπος μας, δεν έχουμε άλλο τόπο για να δραπετεύσουμε...

Σας ευχαριστώ..

 

 

 



Αναζήτηση

Πρωτοσέλιδα