^Back To Top
Πολύ μεγάλη επιτυχία σημείωσε η εκδήλωση που διοργάνωσε η Ένωσή μας για να τιμήσει τους μακαριστούς Σχολάρχες, Μάξιμο Δασκαλάκη και Νεκτάριο Κοτζιά. Δύο προσωπικότητες που λάμπρυναν την Εκκλησία της Ελλάδος, την εκπαίδευση και τη θεολογική παιδεία. Η προσφορά τους στη ΡΕΣ στη συγχρονική παρουσία τους στη Σχολή ήταν απαράμιλλη και μοναδική. Για 14 χρόνια ο Σχολάρχης Μάξιμος Δασκαλάκης και για 23 ο Νεκτάριος Κοτζιάς, σφράγισαν εκατοντάδες μαθητές και έθρεψαν με νέκταρ και αμβροσία πνεύματος και ζωής την εφηβική και νεανική τους ηλικία.
Στην εκδήλωση παρέστησαν: ο εκπρόσωπος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ, Πανοσιολογιώτατος π. Νεκτάριος Τσολίδης, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Χαλκίδος – Ιστιαίας και Βορείων Σποράδων κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ο Προϊστάμενος της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και Θρησκευτικής Αγωγής π. Σταύρος Μπόζος, ο Οσιολογιώτατος π. ΜΑΞΙΜΟΣ ΙΒΗΡΙΤΗΣ, πολλοί σεβαστοί πατέρες, ο αξιότιμε Πρόεδρος του Πολυμελούς Συμβουλίου της ΡΕΣ κ. Πέτρος Γέμπτος, ο αξιότιμε Σύμβουλος του Π.Σ της ΡΕΣ κ. Χαράλαμπος Χαραλαμπάκης, ο ελλογιομώτατος καθηγητής του Α.Π.Θ. κ. Παναγιώτης Σκαλτσής, ο Διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής κ. Δημήτρης Μίχας, καθηγητές της ΡΕΣ, πάρα πολλοί απόφοιτοι της ΕΑΡΕΣ και μαθητές της ΡΕΣ.
Μετά τον χαιρετισμό του Προέδρου της Ένωσής μας κ. Δημήτριου Καβρουλάκη, μίλησαν για τους μακαριστούς Σχολάρχες, ο Διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής κ. Δημήτρης Μίχας, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Χαλκίδος – Ιστιαίας και Βορείων Σποράδων κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ο Οσιολογιώτατος π. ΜΑΞΙΜΟΣ ΙΒΗΡΙΤΗΣ και ο ελλογιομώτατος καθηγητής του Α.Π.Θ. κ. Παναγιώτης Σκαλτσής.
Στο τέλος της εκδήλωσης απενεμήθησαν στους ομιλητές αναμνηστικά δώρα από τον πρόεδρο της Ένωσής μας.
ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΦΩΤΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΕΑΡΕΣ κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΒΡΟΥΛΑΚΗ
- Εκπρόσωπε του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ, Πανοσιολογιώτατε π. Νεκτάριε Τσολίδη
- Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Φθιώτιδος κ. ΝΙΚΟΛΑΕ
- Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Χαλκίδος – Ιστιαίας και Βορείων Σποράδων κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΕ
- Προϊστάμενε της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και Θρησκευτικής Αγωγής π. Σταύρο Μπόζο
- Οσιολογιώτατε π. ΜΑΞΙΜΕ ΙΒΗΡΙΤΗ
- Σεβαστοί πατέρες
- Αξιότιμε Πρόεδρε του Πολυμελούς Συμβουλίου της ΡΕΣ κ. Πέτρο Γέμπτο
- Αξιότιμε Σύμβουλε του Π.Σ της ΡΕΣ κ. Χαράλαμπε Χαραλαμπάκη
- Ελλογιομώτατε καθηγητά του Α.Π.Θ. κ. Παναγιώτη Σκαλτσή
- Αξιότιμε κ. Διευθυντά της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής κ. Δημήτριε Μίχα
- Αξιότιμοι κ.κ. καθηγητές της ΡΕΣ
- Φίλοι απόφοιτοι συνοδοιπόροι της ΕΑΡΕΣ
- Αγαπητοί μαθητές
- Κυρίες και κύριοι
Η ΕΑΡΕΣ εδώ και χρόνια, τιμώντας τα μέλη της, την ιστορία τους που είναι η ιστορία της Ριζαρείου, αλλά και του τόπου μας, σε συναντήσεις της και πολύ περισσότερο στο Δ.Σ. έφερνε τη συζήτηση, φιλική ή επίσημη, σε δύο κυρίαρχα πρόσωπα της σύγχρονης ιστορίας της ΡΕΣ. Τον Μάξιμο Δασκαλάκη και τον Νεκτάριο Κοτζιά.
Πρόκειται για δύο προσωπικότητες που λάμπρυναν την Εκκλησία της Ελλάδος, την εκπαίδευση και τη θεολογική παιδεία. Η προσφορά τους στη ΡΕΣ στη συγχρονική παρουσία τους στη Σχολή είναι απαράμιλλη και μοναδική. Για 14 χρόνια ο Σχολάρχης Μάξιμος Δασκαλάκης και για 23 ο Νεκτάριος Κοτζιάς, σφράγισαν εκατοντάδες μαθητές και έθρεψαν με νέκταρ και αμβροσία πνεύματος και ζωής την εφηβική και νεανική τους ηλικία.
Απόδειξη;
Χορός μητροπολιτών, πρεσβυτέρων και μοναχών.
Γενιές επιστημόνων όλων των ειδικοτήτων, εκπαιδευτικών σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και στις πιο υψηλές θέσεις, καθηγητές Πανεπιστημίων, Λυκειάρχες.
Επιχειρηματίες και οικονομικούς παράγοντες σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου με έντονη δραστηριότητα και παρουσία.
Αρχηγούς και ανώτατους αξιωματικούς, στελέχη των σωμάτων προστασίας του πολίτη.
Πολιτικούς και διανοούμενους, οι οποίοι με υψηλό ήθος και αποτελεσματικό έργο ψηφίδωσαν τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία.
Από το 1961 έως το 1989, με την αποχώρηση του Μάξιμου το 1981 και του Νεκτάριου το 1989, μιλώντας κανείς για τη Ριζάρειο, μιλάει για αυτές τις δύο προσωπικότητες. Ηγέτες και στυλοβάτες της, δάσκαλοι και παιδαγωγοί, εκκλησιαστικοί άνδρες και άριστοι θεολόγοι.
Το Δ.Σ. της ΕΑΡΕΣ, με ομόφωνη απόφασή του και με ζήλο για την υλοποίησή της οργάνωσε αυτήν την εκδήλωση τιμής και μνήμης προς αυτούς τους δύο άξιους καθ΄ όλα κληρικούς και άνδρες.
Πολύτιμος αρωγός το Π.Σ. της ΡΕΣ, το Λύκειο της Σχολής με τον Διευθυντή και εκπαιδευτικούς της, το προσωπικό της Σχολής που άοκνα συμπαρίσταται και υποστηρίζει κάθε εκδήλωση. ΄Ολους τους ευχαριστούμε εκ βαθέων.
Ευχαριστούμε και όλους τους ομιλητές που, παρά το βαρύ τους πρόγραμμα, ήρθαν εδώ για να μας μιλήσουν για τους δασκάλους τους. Τη χορωδία της ΡΕΣ με τον μουσικό καθηγητή της που θα μας θυμίσουν ύμνους της νιότης μας, αγαπημένους και αξέχαστους, που σε μας τους παλαιότερους γεμίζουν τα όνειρά μας. Μας ξανακάνουν μαθητές, νέους με ατίθασο χαρακτήρα και παράφορη ορμή για το υψηλότερο, το καλύτερο, το βαθύτερο, το ωραιότερο. Κυρίως, αλύγιστους μπροστά στις δυσκολίες και ατρόμητους, μπροστά στις φοβικές προκλήσεις της ζωής. Πάνω απ΄ όλα χωρίς αλαζονεία στις επιτυχίες, αλλά και χωρίς ελαστική συνείδηση μπροστά στο δέλεαρ της δύναμης. Αυτής που έχουμε στον μέσα μας κόσμο και συναντάμε στις έξω μας συνθήκες εργασίας και ζωής.
Ευχαριστούμε κι όλους εσάς που παρευρίσκεστε εδώ για την εκδήλωσή μας αυτή.
Είναι όμως ώρα να αρχίσει η πρώτη ομιλία.
Σας ευχαριστώ πολύ εκ μέρους του Δ.Σ. της ΕΑΡΕΣ.
Ομιλία του Διευθυντή της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής κ. Δημητρίου Μίχα
- Σεβασμιώτατε Φθώτιδος κ. Νικόλαε
- Σεβασμιώτατε Χαλκίδος κ. Χρυσόστομε
- Προϊστάμενε Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης και Θρησκευτικής Αγωγής π. Σταύρε
- Οσιώτατε π. Μαξιμε
- Ελλογιμώτατε κ. Καλτσή
- Αξιώτιμε κ. πρόεδρε των αποφοίτων της ΡΕΣ κ. Καβρουλάκη
- Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι
Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που μου έλαχε η ξεχωριστή τιμή να χαιρετίζω σήμερα ως Δ/ντής την τιμητική εκδήλωση που διοργανώθηκε προς τιμήν δύο σημαντικών προσωπικοτήτων που προσδιόρισαν για δεκαετίες τη ζωή και τον χαρακτήρα της Σχολής μας.
Είναι καθόλα άξια επαίνων η πρωτοβουλία της Ενώσεως Αποφοίτων για το αφιέρωμα στον πατέρα Μάξιμο Δασκαλάκη και στον πατέρα Νεκτάριο Κοτζιά που χρημάτισαν δάσκαλοί και Διευθυντές της Σχολής μας.
Θεωρώ πως είναι μια ενέργεια όχι για να εκφράσει κάποιος μόνο θερμές ευχαριστίες, στην μέγιστη ούτως ή άλλως προσφορά τους, ούτε για αναθέρμανση μόνο των μαθητικών μας αναμνήσεων όπου τα βιώματα και οι εμπειρίες της εποχής εκείνης σημάδεψαν όλη τη ζωή μας, αλλά - κυρίως- γιατί η παρουσία τους ήταν μια τομή στην εκπαιδευτική κοινότητα της Ριζαρείου Σχολής που ακτινοβόλησε, ενέπνευσε το Ριζάρειο Πνεύμα και καθοδήγησε τους νεώτερους Ριζαρείτες με ξεχωριστή κατάρτιση και ήθος, αφήνοντας στις επόμενες γενιές πνευματική παρακαταθήκη και κληρονομιά.
Στη διαχρονική πορεία της Σχολής έχει σχηματισθή ένας κατάλογος προσώπων που εργάσθηκαν για αυτή και οι περισσότεροι κρίθηκαν για τον εξαίρετο ζήλο τους: Ιερωμένοι, Καθηγητές Πανεπιστημίου, Ή απλοί καθηγητές.
Λίγοι όμως άφησαν τη σφραγίδα τους με την προσωπικότητά τους ώστε να δημιουργήσουν παράδοση και να χαράξουν το όνομά τους ανεξίτηλα στην ιστορία των 170 χρόνων λειτουργία της.
Αν ξεκινήσω από τον Μισαήλ Αποστολίδη και τον π. Σωκράτη Κολιάτσο, θα φθάσουμε στον Άγιο Νεκτάριο, στον Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, στον Βασίλειο Βέλλα , και πιθανόν με την υποκειμενική πρόσθεση ενός ή δύο ακόμη ενδιάμεσους, δεν έχουμε να προβάλλουμε άλλους εκτός από την παρουσία του π. Μαξίμου Δασκαλάκη και του π. Νεκταρίου Κοτζιά ως φωτεινές τέτοιες προσωπικότητες.
Στη μνήμη και στην ψυχή μας έχουν κορυφαία θέση διότι διέσωσαν καλλιέργησαν και ενέπνευσαν το Ριζάρειο Πνεύμα των ευεργετών και ιδρυτών της Σχολής , τονίζοντας όμως και φωτίζοντας με τον εντονότερο τρόπο - γνωστικά και βιωματικά - το εκκλησιαστικό και λειτουργικό ήθος.
Θεωρώ δε μεγάλο ευτύχημα τη σύγχρονη παρουσία τους στο σχολείο, γιατί ο καθένας τους φώτιζε αυτό το Ριζάρειο πνεύμα από διαφορετική πλευρά.
Ο π. Μάξιμος ήταν πολυγραφότατος με παρουσία μοναχική – πατερική – ασκητική, ενώ ο π. Νεκτάριος χαρισματικός χειριστής του άμεσου προφορικού λόγου, περισσότερο επικοινωνιακός και άριστος τελετουργιολόγος. Και οι δύο είναι από τους Δασκάλους – Διευθυντές που έχουν συνδέσει τη θητεία τους - το όνομά τους στη Σχολή με το μάθημα διδασκαλίας τους.
Ανατρέχοντας στον Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο, εκ των λαμπρών μαθητών της Σχολής, αναφέρει ότι στη Ριζάρειο το «μάθημα και δάσκαλος έμπαιναν εδώ ενωμένα στην ψυχή και στο πνεύμα των μαθητών και είναι μέσα μας ακόμα ενωμένα».
Στον π. Μάξιμο και στον π. Νεκτάριο αυτό κυριολεκτεί απόλυτα. Από το μάθημα της εξομολογητικής "έβγαινε" όλο το ήθος της Ορθοδόξου πνευματικότητας. Από το μάθημα της Λειτουργικής -τελετουργικής πήγαζε ό,τι απαιτούσε γνωστικά, τυπολογικά και ουσιαστικά η ιερουργία των θείων ακολουθιών με κέντρο βάρους την Θεία Ευχαριστεία.
Και όλα αυτά δεν ήταν κατήχηση, αφηρημένη διδακτική διαδικασία, δεν ήταν το πλαίσιο ενός ορθοδόξου ιδεολογήματος. Σου πρόσφερε υπόδειγμα στάσης και νοήματος ζωής ενός σωστού, τιμίου και καταρτισμένου Ορθοδόξου ιερέα και πιστού.
Αν ξεκινήσω από τον π. Μάξιμο, εισέπραττες κοντά του μια ζώσα εφαρμογή του λυτρωτικού μηνύματος του Χριστού από έναν ενάρετο άνδρα με νοοτροπία Μοναχού σε εγκόσμια αποστολή. Ήταν «ο άλλος τρόπος» καθοδήγησης που ένοιωθες ότι έπρεπε να αποδεχθείς μέσα από το βιωματικό ασκητικό ιδεώδες που εξέπεμπε: Δηλαδή εκείνο της νηστείας, της προσευχής, της φιλακολουθίας, της ταπείνωσης, της εγκράτειας, της ηρεμίας και νηφαλιότητας. Με το παράδειγμά του (θυμηθείτε την γνώριμη φράση - επωδό του: "πού θα πάς μωρέ παιδί μου...όχι έξω μωρέ παιδί μου...έξω είναι η αμαρτία") αισθανόσουν ότι, ως μέλλων ιερέας αλλά και εν γένει ως πιστός, έπρεπε να βρεις τη δική σου έρημο άσκησης, το δικό σου τρόπο εξαγνισμού και εσωτερικής μεταμόρφωσης για να βιώσεις την μετοχή στην Εν Χριστώ Ζωή, στο Μυστήριο της Σταύρωσης και Ανάστασης του Χριστού ... που "μάθαινες" ... και γνωστικά στο θρανίο. Αισθανόσουν με την πρώτη εντύπωση, τον π. Μάξιμο κάπως απόμακρα μαζί του , όμως ήταν πριν από όλους στις ακολουθίες και παραδεχόσουν το "καθαρόν" και το "άγιον" του βίου του και πως με μία μυστήρια επιρροή σε έλκυε το παράδειγμα του. Κέρδιζε τον σεβασμό σου και τον θεωρούσες πρότυπο ιερέα.
Για τον π. Νεκτάριο θα αναφέρω λίγο περισσότερα επειδή τον έζησα όχι μόνο ως μαθητής αλλά τον είχα αργότερα και συνάδελφο και Διευθυντή μου.
Όλη του η ύπαρξη ήταν μια λατρευτική θεολογία και ο ίδιος συμμέτοχος που πρωταγωνιστούσε σαν σε θεατρική παράσταση, που βιωματικά αποκάλυπτε όλο το θείο μυστήριο της ευχαριστιακής ιερουργίας. Με μια ευχαρι συνήθως παρατήρηση: για ένα κακοραμμένο κουμπί, για το ασιδέρωτο ράσο, για ένα κακοφτειαγμένο πρόσφορο , ή για ό,τι άλλο θεωρούσε εκείνος ...παράπτωμα ..., η οποία όμως παρατήρηση δεν προξενούσε ενοχές, αλλά διάθεση , πρόκριμα για την καλύτερη κα πρέπουσα προετοιμασία σου για την θεία Λειτουργία. Είναι γνωστό σε όλους ότι έχει ταυτισθή με το μάθημα της Λειτουργικής - Τελετουργικής...
Ήταν μέγας λειτουργός - δάσκαλος που σε έκανε συνεργό και συμμέτοχο όχι μόνο με την τυπική τάξη της ιερουργίας αλλά σε έπειθε κα σε μια ουσιαστική παρακολούθηση των τελουμένων. Βρισκόταν διαρκώς σε μια εύρυθμη παραστατική κίνηση που ανέδυε ταυτόχρονα σεμνότητα, ευπρέπεια και ευσέβεια που απαιτούσε το Μυστήριο. Δεν υπήρχε τίποτε το στατικό.
Ο λόγος είχε μια μυστήρια κίνηση, η εικόνα των τελουμένων μια μυστήρια τάξη. Ένιωθες πως όλα ήταν μια μύηση ζωής στο θείο μυστήριο.
Για αυτό ο π. Νεκτάριος άφησε εποχή στη Σχολή. Η φήμη του είχε απλωθή: κάθε υποψήφιος κληρικός θεωρούσε ευτύχημα και ευλογία θεού την παίδευση του κοντά στον π. Νεκτάριο. Η επωδός ήταν: «Θα πάω στη Ριζάρειο να μάθω λειτουργική-τελετουργική». Κάθε απόφοιτος της Ριζαρείου που γινόταν κληρικός αμέσως ξεχώριζε , τόσο για την οργάνωση της εκκλησίας του, τόσο για την αισθητική του παρουσία, τόσο για την τάξη και την ευρυθμία της , όσο και για την τελετουργική πρακτική με την τυπική πληρότητα και την ουσιαστική λατρευτική ιερότητα.
Η προσωπικότητα του εξέπεμπε μια εσωτερική ομορφιά, που ανέδυε με ένα περίεργο συνδυασμό αγάπης και επιβλητικότητας, γνώσης και ευγένειας ψυχής, ήθους με την αρετή της διακρίσεως, οικειότητας, με ευπρέπεια συμπεριφοράς.
Γι΄ αυτό δεν ξαφνιάζει όταν ακούνε και εκείνοι που δεν τον γνώριζαν πως ο π. Νεκτάριος, ο Σχολάρχης της Ριζαρείου διαμόρφωσε ολόκληρες γενεές αποφοίτων της Σχολής με την ευλάβεια του θυσιαστηρίου και με το θεολογικό Μυστήριο του Εσταυρωμένου όπως βιώνεται από τη σχολική τάξη θεωρητικά, μέχρι βεβαίως την μυσταγωγική πράξη της Θείας ευχαριστίας.
Στα δικά μου μάτια και στα μέτρα του λιγοστού χρόνου, έτσι εκτιμήθηκε η γνωριμία μου μαζί τους. Η παρουσία τους δε στην Ψυχή μου είναι ανεξίτηλος και νιώθω ευλογημένος που τους είχα διδασκάλους μου.
Ομιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ριζαρείτου, για τον Ἀρχιμανδρίτη Μάξιμο Δασκαλάκη.
Εἶναι ἐντολὴ Ἀποστολικὴ νὰ μνημονεύουμε τοὺς Ἡγουμένους, τοὺς πνευματικοὺς μας Πατέρες καὶ νὰ μιμούμεθα τὴν πίστη καὶ τὴ ζωή τους (Ἑβρ. 13,7).
Αὐτὸ κάνει ἀπόψε τὸ Διοικητικὸ Συμβούλιο τῆς Ἑνώσεως Ἀποφοίτων Ριζαρείου Σχολῆς καὶ διά τόν λόγο αὐτό συγχαίρω τὸν πρόεδρο καὶ ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἑνώσεως, διότι μᾶς συνεκάλεσε στὴν ὡραία αὐτὴ Ἑσπερίδα μνήμης καὶ τιμῆς, διὰ νὰ ἀναφερθοῦμε σὲ δύο μεγάλα ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα, στοὺς Διευθυντές μας Ἀρχιμανδρίτη Μάξιμο Δασκαλάκη καὶ Ἀρχιμανδρίτη Νεκτάριο Κοτζιᾶ.
Στήν ἱστορία τῆς Ριζαρείου Σχολῆς ὑπῆρξαν τρεῖς μεγάλες προ-σωπικότητες Διευθυντῶν, οἱ ὁποῖοι ἄφησαν ἐποχή καί ἔγραψαν λαμπρή ἱστορία.
Πρῶτος ἦταν ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως Νεκτάριος ὁ Θαυματουργός. Δεύτερος ὁ σοφός Ἀρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος καί τρίτος ὁ Ἀρχιμανδρίτης Μάξιμος Δασκαλάκης εἰς τήν προσωπικότητα τοῦ ὁποίου εὐλαβῶς θά ἀναφερθῶ.
Μία ἀπὸ τὶς ἐξέχουσες Ἱερατικὲς μορφὲς τῆς ἐποχῆς μας ὑπῆρξε ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιμ. Μάξιμος Δασκαλάκης, Διευθυντὴς τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς. Ὁλόκληρη ἡ ζωὴ του ἦταν ἀθόρυβη καὶ ταπεινή, ὅπως καὶ ἡ ἀναχώρησή του. Γι’ αὐτὴ τὴ μεγάλη προσωπικότητα, τὸν πολυσέβαστο Διευθυντή μας, ἐπιτρέψατέ μου νὰ καταθέσω τὶς σκέψεις μου καὶ τὶς ἐμπειρίες μου.
Ὄντως ὁ μακαριστὸς π. Μάξιμος ἦταν ἅγιος ἄνθρωπος. Ὅσοι τὸν ἐγνώρισαν μὲ βεβαιότητα τὸ πιστοποιοῦν. Γεννημένος τὸ 1916 στὸ χωριὸ Χριστὸς τῆς Ἱεράπετρας τῆς Κρήτης καὶ ἀναθρεμμένος στὸ Ἅγιο Ὄρος, στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ξηροποτάμου, στὴν ὁποία εἰσῆλθε τὸ 1933 σὲ ἡλικία 17 ἐτῶν, μὲ τὰ ἀείζωα νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας ἀναθρεμμένος ἐκεῖ, ὕστερα ἀπὸ πολυετεῖς σπουδὲς στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸ ἐξωτερικὸ ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση τῆς Πατμιάδος Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς τὸ 1954 καὶ ἐν συνέχειᾳ προήχθη στὴ Ριζάρειο Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ τὸ 1961, ὅπου προσέφερε ὅλες του τὶς δυνάμεις στὴν προετοιμασία τῶν ὑποψηφίων λειτουργῶν τοῦ Ἱεροῦ Θυσιαστηρίου.
Ὅλο τὸν πνευματικὸ πλοῦτο, τὸν ὁποῖο εἶχε περισυλλέξει μὲ τὴν μελέτη καὶ τὴν ἄσκηση στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας καὶ στὸ Νησὶ τῆς Ἀποκαλύψεως στὴν Πάτμο, τὸν ἀξιοποίησε στὴ Σχολὴ τῆς Ριζαρείου, τὴν ὁποία ἀνέδειξε μὲ τὴν συμπαράσταση ἐκλεκτῶν συνεργατῶν σὲ πρότυπη Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ καὶ καλύκαρπο λειμῶνα πνευματικῶν χαρισμάτων. Ἀκολούθησε τὰ ἴχνη τοῦ προκατόχου του Ἁγίου Νεκταρίου. Ὑπῆρξε πρότυπο εὐσεβείας καὶ ἁγιότητος. Ταπεινός, σιωπηλός, ἄκακος, πρᾶος σὰν παιδί, φιλακόλουθος, εὐγενής, μειλίχιος, ἐλεήμων, ἄνθρωπος προσευχῆς. Ἐξέπληττε τοὺς πάντας μὲ τὴν ἄκρα ἀγαθότητά του.
Διαβάζοντας κανεὶς τὸ Ἱερατικὸ Ἐγκόλπιο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, τὸ ὁποῖο ἐξεδόθη ἀπὸ τὴ Μητρόπολη Ὕδρας, Σπετσῶν καὶ Αἰγίνης, στὸ Β΄ Τόμο «Ἅπαντα», στὸ κεφάλαιο «Μαρτυρία τῆς ἀληθοῦς σεμνοπρεπείας τοῦ Ἱερέως» βλέπει πόσο εἶχαν πλήρη ἐφαρμογὴ οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου στὸ πρόσωπο τοῦ π. Μαξίμου. Γράφει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γιὰ τὴ σεμνοπρέπεια τοῦ Ἱερέως: «Στάσις τοῦ σώματος εὔχυμος καί ἀξιοπρεπής, μηδέν ἔχουσα τό ἐπιδεικτικόν, διάθεσις τοῦ προσώπου φυσική καί ἀνεπίπλαστος, ὄμμα ἀφελές, σταθερόν καί ἀπερίεργον, χειρονομίαι ἀπέριττοι καί ἤρεμοι, βάδισμα ὁμαλόν καί τακτικόν...», «νόμος ἔμψυχος, ὥσπερ κανών καί ὅρος τῆς εὐζωΐας». Ὅλα αὐτὰ τὰ εἶχε ὁ π. Μάξιμος. Κυρίως ὅμως εἶχε φόβον Θεοῦ. Σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις ἦταν εὐλαβὴς καὶ ἀληθινὸς καὶ κυρίως ἡ ἀγάπη του πρὸς τὴ Θεία Λατρεία, ἦταν γιὰ ὅλους παράδειγμα.
Κάθε πρωί, πρῶτος ἐκεῖνος κατέβαινε στὴν Ἐκκλησία γιὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, ἀψηφώντας κρύο, βροχὴ, χιόνια καὶ καιρικὲς συνθῆκες κακὲς. Περίμενε στὸ Νάρθηκα, νὰ περάσουν πρῶτα στὸ Ναὸ ὅλοι οἱ Ἱε¬ροσπουδαστὲς καὶ ὕστερα εἰσήρχετο ἐκεῖνος. Ἀνέβαινε στὸ παραθρόνιο καὶ ἔλεγε τὸν Ἑξάψαλμο μέ νόημα καί προσευχητικό ἦχο. Δὲν ἱερουργοῦσε συχνά. Δύο φορὲς τὸ χρόνο. Τοῦ ἁγίου Μαξίμου καὶ τῆς Ἀναστάσεως. Στὰ ἄλλα πανηγύρια τὴν πρωτοκαθεδρία τὴν εἶχε ὁ Καθηγητὴς τῆς Τελετουργικῆς Ἀρχιμ. π. Νεκτάριος Κοτζιᾶς. Δὲν ἐκήρυττε σχεδὸν καθόλου. Ἐδίδασκε ὅμως μὲ τὴν σιωπή του. Ἡ ζωὴ τοῦ ὁλόκληρη καὶ ἡ παρουσία του μέσα στὴν Σχολὴ ἦταν μία ἀκατάπαυστη διδαχή. Γιὰ τὴν ἀρετὴ δὲν ἔλεγε πολλά, ἔπραττε πολλά. Ἡ καθημερινὴ βίωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ἀκτινοβολοῦσε σὲ ὅλους ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι καὶ μόνο ἀπὸ τὴ θέα τοῦ γαλήνιου προσώπου του ἐδιδασκόμεθα. Ἐνθυμοῦμαι μὲ συγκίνηση, ὅτι φυλάγαμε ἐκεῖ στὴ γωνία, ὅταν θὰ ἔβγαινε ἀπό τό κτήριο γιά νά κάνει τόν ἀπογευματινό του περίπατο ἤ γιά νά πάει λίγο στό σπίτι, πού εἶχε ἐνοικιάσει στήν πολυκατοικία «Γαρδένια», νὰ τὸν δοῦμε. Κάναμε τότε μία ὑπόκλιση, δὲν τόν πλησιάζαμε ἀπό σεβασμό γιά νά τοῦ ἀσπασθοῦμε τό χέρι καί ἐκεῖνος ὅπως συνήθιζε εἶχε τὸ χέρι πίσω ἀπὸ τὸ ράσο, τὸ κεφάλι κάτω καὶ προχωροῦσε.
Συνέβαινε καὶ σ’ αὐτὸν, ὅ,τι συμβαίνει στὰ λαμπρὰ ἀντικείμενα, ὅταν πέσουν ἐπάνω οἱ ἀκτῖνες τοῦ Ἡλίου. Γίνονται πιὸ λαμπρὰ καὶ καθρεπτίζουν τὴν λάμψη καὶ στὰ γύρω ἀντικείμενα. «Οὗτος αἱ πνευματοφόραι ψυχαὶ ἐλλαμφθεῖσαι παρά τοῦ Πνεύματος, αὐταί τε ἀποτελοῦνται πνευματικαί καί εἰς ἑτέρους τήν χάριν ἐξαποστέλλουσιν» γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Ὅλοι οἱ ἱεροσπουδαστὲς περιμέναμε ἀνυπόμονα τὴν ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Μαξίμου γιὰ νὰ τόν δοῦμε νὰ λειτουργεῖ. Φοροῦσε τὴν πιὸ λαμπρὴ στολή του. Λειτουργοῦσε σεμνὰ καὶ μεγαλόπρεπα. Ὁ ἱδρώτας τὸν περιέλουε ἀπὸ τὴν ἀγωνία τοῦ Μυστηρίου. Ἀνέβαινε ἕνα Γολγοθᾶ μεταρσιωμένος καί ἔμφοβος.
Στὸ τέλος κατάκοπος ἐδέχετο τὶς εὐχὲς τῶν καθηγητῶν, τοῦ ἐκκλησιάσματος καὶ τῶν μαθητῶν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους –ἕνας ἐξ αὐτῶν ἤμουν καὶ ἐγὼ- ἔδιναν μάχη στὸ Διακονικὸ ποιὸς πρῶτος θὰ τὸν ἐξυπηρετήσει εἰς τὴν ἀπέκδιση τῶν ἱερῶν ἀμφίων. Ἱερὲς ἐμπειρίες, πού ἐσφράγισαν τή ζωή μας! Καὶ ἐκεῖνος ἐχαίρετο τὶς αὐθόρμητες καὶ ἄδολες ἐκδηλώσεις τῶν μαθητῶν, ὡς πατέρας πρὸς τὰ παιδιά του. Στὸ πρόσωπό του βλέπαμε τὸν τέλειο τύπο τοῦ Ἱερέως, τοῦ καλοκάγαθου, τοῦ σεμνοῦ, τοῦ χαριτωμένου, τοῦ σοφοῦ, τοῦ συγκαταβατικοῦ, τοῦ παραδοσιακοῦ Ὀρθοδόξου Ἱερέως.
Τὰ χαρίσματά του ἦταν πολλά. Περισσότερα ὅμως ἦταν ἐκεῖνα, ποὺ ἔκρυβε μὲ ταπείνωση στὴν καρδιά του. «Πολὺς τὸ φαινόμενον, πλουσιώτερος τὸ κρυπτόμενον», ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Τιμοῦσε καί ἀγαποῦσε πολύ τό τίμιο ρᾶσο. «Εἶσθε» μᾶς ἔλεγε «οἱ εὐέλπιδες τῆς Ἐκκλησίας». Ἐπιθυμία του ἦταν νά φορᾶμε τό ρᾶσο καί στίς ἐξόδους μας ἀπό τή Σχολή. Ἐκεῖνον δέν τόν εἴδαμε ποτέ χωρίς ἐξώρασσο καί καλυμαῦχι, οὔτε στό Γραφεῖο του, οὔτε στίς αἴθουσες τῆς διδασκαλίας. Τό ρᾶσο τό ὀνόμαζε κόσμημα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἡμέρα τῆς ρασοφορίας ἦταν γιὰ τὴ Σχολὴ μας μία μεγάλη ἡμέρα, τὴν ὁποία πάντοτε συνεδίαζε μὲ τὴν ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ἤ τοῦ Ἁγίου Ματθαίου. Στὸ τέλος τοῦ Μεγάλου Ἑσπερινοῦ, στὸν ὁποῖο προεξῆρχε ὁ ἑορτάζων π. Νεκτάριος Κοτζιᾶς καί συμμετεῖχαν παλαιοί μαθητές ἱερεῖς καί ἱεροσπουδαστές ἱερεῖς, οἱ νέοι ἱεροσπουδαστὲς ἔπαιρναν στὰ χέρια τὸ ρᾶσο μὲ τὸ καλπάκι καὶ παρετάσσοντο μπροστὰ στὴν Ὡραία Πύλη, ὅπου ὁ Διευθυντὴς διάβαζε τὴν εὐχὴ καὶ ὕστερα ἀπηύθυνε σύντομο χαιρετισμὸ μὲ τὴν στερεότυπη προσφώνηση «Νέοι Ριζαρεῖται, τέκνα τῆς Ἑλλάδος». Τότε ἡ Ριζάρειος ἦταν Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ μὲ ὅλη τὴ σημασία τῆς λέξεως.
Ἀξέχαστες θὰ μείνουν οἱ ἀκολουθίες τῶν Χαιρετισμῶν καὶ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, στὶς ὁποῖες ὁ ἀκαταπόνητος Καθηγητὴς μας ἀείμνηστος Δημήτριος Παναγιωτόπουλος–Κοῦρος μὲ τήν βυζαντινὴ χορωδία προσήλκυε τὴν πνευματικὴ ἀριστοκρατία τῶν Ἀθηνῶν. Καθηγηταί, πολιτικοί, στρατιωτικοί, ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων ἦταν τὸ Ἐκκλησίασμα τῆς Ριζαρείου. Ἦταν χαρά μας νὰ βλέπουμε τὸν Διευθυντή μας μὲ τόν ἐγκολ¬πιοειδὴ Σταυρὸ του, μόνο αὐτὸν φοροῦσε καὶ μὲ τό ἐπανωκαλλύμαυχο. Καθόταν στὸ παραθρόνιο καὶ δίπλα του εἶχε τὸν ἀείμνηστο πρόεδρο Βασίλειο Βέλλα ἢ τὸν ἀείμνηστο Πρόεδρο Ἀνδρέα Φυτράκη, νὰ διαβάζουν τὰ ἀναγνώσματα λέξη πρὸς λέξη, στὶς κατανυκτικὲς ἐκεῖνες ἀκολουθίες. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μετέδιδε στοὺς μαθητές του τὴν ἀγάπη στὴν Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μὲ τὴν ἄοκνη φροντίδα τοῦ Καθηγητοῦ τῆς Τελετουργικῆς καὶ κατόπιν διαδόχου του στὴ διεύθυνση, Ἀρχιμ. Νεκταρίου Κοτζιᾶ, ἐτελεῖτο ὑποδειγματικά. Ὅπου συναντήσετε στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος Ἱερέα ἢ Ἀρχιερέα νὰ ξέρει νὰ λειτουργεῖ καὶ νὰ ψάλει, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ καταλάβετε, ὅτι εἶναι Ριζαρείτης.
Πίστευε, ὅτι γιὰ κάθε Χριστιανό, ἰδίως ὅμως γιὰ τὸν ὑποψήφιο ἱερέα, ἡ θεία Λατρεία εἶναι τὸ πᾶν γι’ αὐτὸ ἔδιδε μεγάλη βαρύτητα στὴν καθημερινὴ τέλεση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν καὶ ἐπιστατοῦσε στὴν παρακολούθησή τους ἀπὸ τοὺς ἱεροσπουδαστές.
Ἡ καλοκαγαθία του δὲν τοῦ ὑστεροῦσε τὴν δυνατότητα ἐπιβουλῆς παιδαγωγικῶν μέτρων στοὺς ἀτακτοῡντες. Ὅταν ἐπιτιμοῦσε δὲν ἐξοργίζετο, ἀλλὰ μὲ πατρικὴ ἀγάπη νουθετοῦσε, ἀποβλέπων πάντοτε στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς καὶ στὴ διόρθωση τοῦ χαρακτῆρος. Ἦταν πατέρας μὲ ὅλη τὴ σημασία τῆς λέξεως. Δίκαιος προϊστάμενος μὲ τοὺς ὑπαλλήλους του. Ἐπεβάλλετο σὲ ὅλους μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν σιωπή του. Εἶχε ἐπιστημονικὴ εὐρυμάθεια, ἱκανὴ νὰ ἀποστομώσει κάθε μωρο-φιλόσοφο. Ἦτο συγγραφεὺς ἐγχειριδίων ἐξομολογητικῆς, κοινω-νιολογίας καὶ ἄλλων ἐπιστημονικῶν ἔργων καὶ βαθὺς γνώ¬στης τῆς ψυχολογίας. Προτιμοῦσε νὰ οἰκοδομεῖ μὲ τὴ σιωπή του. Παράλληλα ἐκοσμεῖτο ἀπὸ «τὴν στολὴν τῆς θεότητος» -ὅπως εἶπα- τὴν ταπεινοφροσύνη, ὅπως τὴν χαρακτηρίζει ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος: «τεπεινοφροσύνη στολὴ θεότητός ἐστι».
Δὲν ἀπέβλεπε ποτὲ σὲ κοσμικὴ ἀναγνώριση. Δὲν ἐπιθυμοῦσε τιμὲς καὶ ἀξιώματα. Σὲ ἐπίμονες παρακλήσεις φίλων του Ἀρχιερέων νὰ συγκατανεύσει στὴν ἐπισκοποποίησή του, πεισμόνως ἠρνεῖτο.
Μᾶς ἔφερνε μία φορὰ τὸ χρόνο νά μᾶς μιλήσει, τὸν μακαριστὸ -τότε ἦταν Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας- Μητροπολίτη Τιμόθεο, τὸν μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης, ποὺ μὲ τὸ χαμόγελό του μας σαγήνευε. Ἐκεῖνος τὸν εἶχε προτείνει στὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης γιὰ Μητροπολίτη, ἀλλὰ ἠρνεῖτο. Σπάνιο πρᾶγμα. Ξέρετε πῶς μερικοὶ ἀγωνίζονται νὰ γαντζωθοῦν στὸ ἅρμα τῆς Ἀρχιερωσύνης. Ὁ Μάξιμος ἀποποιήθηκε τὴν τιμὴ ὄχι ἀπὸ δειλία ἢ περιφρόνηση, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὴν ἥσυχη καὶ ταπεινὴ ζωή. Ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο ὡς Πρεσβύτερος, ἔλαβε ὅμως τὸ διάδημα τοῦ κάλλους ἐκ χειρὸς Κυρίου. Τὸν γέμιζε ἡ προσευχὴ καὶ ἡ γαλήνη, τὴν ὁποία στὶς περιόδους τῶν διακοπῶν καὶ ὅσο τὰ καθήκοντά του τὸ ἐπέτρεπαν, ἀπελάμβανε στὸ ἀπέριττο ἐρημητήριό του στὴν Πάτμο.
Πρὶν κλείσω τὴν ὁμιλία μου, θὰ ἤθελα τρία παραδείγματα νὰ σᾶς ἀναφέρω, πού οἱ συνιεροσπουδαστές μου θὰ τὰ γνωρίζουν, νὰ δεῖτε τί ἀγαθὸς καὶ τί εὐλογημένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἦταν ὁ ἀείμνηστος Μάξιμος καὶ πόσο εἶχε τὶς ἀρχές του, τὶς ὁποῖες τηροῦσε ἀπαρεγκλίτως.
Ἑνὸς ἱεροσπουδαστοῦ ἡ ἀδελφή γέννησε ἕνα κοριτσάκι σὲ μαιευτήριο τῶν Ἀθηνῶν. Πῆγε λοιπὸν στὸ γραφεῖο ὁ μαθητής γιά νά ζητήσει ἄδεια:
- Ἅγιε Διευθυντά, σᾶς παρακαλῶ νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε τὸ ἀπόγευμα νὰ βγῶ ἔξω.
- Ποῦ θὰ πᾷς παιδί μου;
- Ἡ ἀδελφή μου γέννησε ἕνα κοριτσάκι καὶ θέλω νὰ πάω νὰ τὸ δῶ.
- Τί εἶπες παιδί μου; Στὸ μαιευτήριο;
- Μάλιστα ἅγιε Διευθυντά.
- Τί λὲς παιδί μου; Πῶς θὰ περιφέρεις τὸ τίμιο ρᾶσο εἰς τὸ μαιευτήριον, ὅπου οἱ γυναῖκες θηλάζουν τὰ βρέφη;
Τὸ παιδὶ δὲν μποροῦσε νὰ καταλάβει τί ἐννοοῦσε.
2. Ὅταν ἔγινε ἡ Ἐπανάσταση τῆς 21ης Ἀπριλίου 1967 ἦταν ἡμέρα Παρασκευή. Σηκώθηκε στὶς 6, πῆρε τὸν Διαχειριστὴ καὶ τὸν Γραμματέα καὶ ξεκίνησαν γιά τὴν ἀγορά, ὅπως ἔκαναν κάθε Παρασκευή. Ἐφθάσανε στοὺς Ἀμπελοκήπους, μας τὰ ἔλεγε ὁ διαχειριστὴς αὐτά. Ἐκεῖ τούς σταματάει ἕνας στρατιώτης.
-Ποῦ πάτε; Ἀπαγορεύεται ἡ κυκλοφορία.
-Γιατί παιδί μου;
-Δὲ μάθατε;
-Τί νὰ μάθουμε;
-Ἔγινε Ἐπανάσταση καί ἀπαγορεύεται ἡ κυκλοφορία στό κέντρο.
-Τί λὲς παιδί μου; Ἐδῶ εἶναι Ριζάρειος Σχολή.
-Ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ Ριζάρειος Σχολή;
-Ἡ Ριζάρειος Σχολή; Ἔχει 120 ἱεροσπουδαστάς, πρέπει νὰ ἀγοράσουμε, ἔρχεται Μεγάλη Ἑβδομάδα.
-Δὲν γίνεται πάτερ.
-Παιδί μου Ριζάρειος ξέρεις τί θὰ πεῖ;
Ὁ στατιώτης τούς ἀνάγκασε νά γυρίσουν πίσω ἄπρακτοι. Ἐμεῖς εἴδαμε νὰ γυρίζουν χωρὶς τὰ τρόφιμα. Μπῆκε στὸ γραφεῖο ὁ π. Μάξιμος, ἔβγαλε τὸ καλυμμαύκι, τὸ ρᾶσο καὶ ἔκανε νευρικές βόλτες. Ὅλοι ἐμεῖς θέλαμε νά μάθουμε τί συνέβη. Τότε μάθαμε, ὅτι κηρύχτηκε ἡ Δικτατορία καὶ ὁ π. Μάξιμος ἦταν ἀπαρηγόρητος, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ἀγοράσει τὰ τρόφιμα.
3. Ἔκανε κάθε ἀπόγευμα μία βόλτα ἔξω ἀπὸ τὴ μάνδρα τῆς Σχολῆς γύρω-γύρω, ἴσως γιὰ ἄσκηση, ἴσως νὰ δεῖ καὶ τί συμβαίνει, ὅποτε μία φορὰ καθὼς ἦταν στό πίσω μέρος πρός τό Χαλάνδρι, πηδάει ἕνας ἀπ’ τὴ μάνδρα μπροστά του.
-Παιδί μου, τί κάνεις παιδί μου, τί εἶναι αὐτά;
- Ἅγιε Διευθυντά, συγγνώμη.
-Ποῦ θέλεις νὰ πᾷς;
-Νὰ πάρω μία κονσέρβα, πεινάω.
-Καὶ δὲν ἔχει μέσα;
-Συγγνώμη ἅγιε Διευθυντά.
-Αὔριο τὸ πρωὶ νά ἔλθεις στὸ γραφεῖο.
Τὸ πρωὶ δὲν πῆγε ὁ μαθητὴς καὶ στέλνει τὸν ἐπιμελητὴ νὰ τὸν φωνάξει. Πάει λοιπὸν ὁ μαθητής:
-Τί θέλετε ἅγιε Διευθυντά;
-Ἔλα ἐδῶ μωρὲ παιδί μου. Ἐσὺ δὲν εἶσαι χθὲς ποὺ πήδησες ἀπὸ τὴ μάνδρα καὶ μοῦ ‘πὲς ὅτι πᾶς νὰ πάρεις κονσέρβα;
-Ὄχι ἅγιε Διευθυντά.
-Μὰ ἐσὺ παιδί μου δὲν ἤσουνα;
-Ὄχι. (καὶ βάζει τὰ κλάματα ὁ ἱεροσπουδαστής).
Ὁ ἀπονήρευτος καί ἀγαθός ἄνθρωπος, κάνοντας καλό λογισμό τοῦ εἶπε:
-Ὥστε δέν ἥσουν παιδί μου ἐσύ; Καλά πήγαινε παιδί μου.
Τότε ὁ μαθητής πιστεύοντας, ὅτι ξεγέλασε τόν Διευθυντή, ἔφυγε τρέχοντας καί ἥλθε στήν ὁμάδα πού περίμενε τά ἀποτελέσματα, νά μᾶς διηγηθεῖ τί συνέβη. Κανένας μας τότε δέν ἠμποροῦσε νά καταλάβει τό μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ ἁγίου Διευθυντοῦ μας.
Σεβασμιώτατε, ἅγιε ἐκπρόσωπε τοῦ Μακαριωτάτου, κ. Πρόεδρε τοῦ πολυμελοῦς, ἀγαπητοὶ ἀδελφοὶ Ριζαρεῖτες.
Ὅλα μου τὰ χρόνια στὴ Ριζάρειο Σχολὴ τὰ πέρασα κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη καὶ τὸ πατρικὸ βλέμμα τοῦ ἁγίου Διευθυντοῦ μας, τοῦ π. Μαξίμου. Ἐκεῖνος μᾶς ἐνέπνευσε νὰ ἀγαπήσουμε τὴν Ἐκκλησία, τὴ Θεία Λατρεία, καὶ τὸν μοναχισμό. Εὐγνωμονῶ τὸν Θεὸ ποὺ στὴν πορεία τῆς ζωῆς μου καὶ μάλιστα στὰ πρῶτα βήματα, βρέθηκε ἡ μητέρα καὶ τροφὸς Ριζάρειος Σχολὴ μὲ ὅλους ἐκείνους τοῦ ἤδη μακαριστοὺς ἀφοσιωμένους διδασκάλους μὲ προεξάρχοντα τὸν ἅγιο Διευθυντή, οἱ ὁποῖοι σμίλευσαν τὴν ἐκκλησιαστική μας προσωπικότητα.
Θὰ ἤθελα νὰ πῶ, ὅτι τὸ μέλλον τῆς Ριζαρείου κ. Πρόεδρε εἶναι στὸ Πολυμελές, στὸν Διευθυντή, στοὺς Καθηγητές καὶ στὰ παιδιά.
Ἡ Ριζάρειος ἔχει μία μεγάλη ἱστορία. Τὴν λαμπρὴ ἐκκλησιαστική ἱστορία της, πρέπει νὰ τήν συνεχίσει, ὅπως ὁρίζει ἡ Διαθήκη τῶν κτιτόρων ἀειμνήστων Ριζαρῶν Μάνθου καί Γεωργίου, τῶν ὁποίων ἄς εἶναι ἡ μνήμη αἰωνία.
Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου
Μητροπολίτου Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου, για τον Αρχιμανδρίτη Νεκτάριο Κοτζιά
Μετά πολλῆς προθυμίας ἀνταποκρίθηκα στήν πρόταση τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἑνώσεως τῶν Ἀποφοίτων τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, τήν ὁποία μοῦ διεβίβασε ὁ ἀγαπητός ὁμογάλακτος ἀδελφός καί Πρόεδρός του κ. Δημήτριος Καβρουλάκης, νά παρευρεθῶ στήν σημερινή ἐκδήλωση, ἡ ὁποία διοργανώθηκε πρός τιμήν τῶν ἀειμνήστων Σχολαρχῶν καί διδασκάλων μας Μαξίμου Δασκαλάκη καί Νεκταρίου Κοτζιᾶ καί νά ὁμιλήσω γιά τόν δεύτερο στή σειρά, ὄχι ὅμως καί στήν ἀξία, τόν σεβαστό πατέρα Νεκτάριο.
Πηγαία αἰσθάνομαι τήν ὑποχρέωση νά εὐχαριστήσω τόν Πρόεδρο καί τά ἀγαπητά μου μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου, γιά τήν τιμή αὐτή, πού μοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά καταθέσω δημόσια τήν ὀφειλόμενη εὐγνωμοσύνη στόν δάσκαλό μου καί δάσκαλό μας καί νά ἐπιχειρήσω νά τοῦ πλέξω ἐγκωμιασμόν καρδιακῆς μνήμης.
Βούρκωσαν πολλές φορές τά μάτια μου, ὅταν ἄρχισα νά γράφω τοῦτες τίς γραμμές καί ἡ καρδιά μου συγκινήθηκε, ἀπό τίς εὐλογημένες ἀναμνήσεις, πού ἀνεξίτηλα χαράχθηκαν στήν ψυχή καί σημάδεψαν τήν πορεία καί τόν βίο μου, ἀπό τούς χρόνους τῆς πενταετοῦς φοιτήσεώς μου σέ τοῦτο τόν ἁγιασμένο χῶρο.
Πάντα μνημονεύω, καί ἀσφαλῶς δέν εἶμαι ὁ μόνος οὔτε καί ὁ πρῶτος, τῆς ἀγάπης τῶν ἀειμνήστων εὐεργετῶν τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἔθνους, τῶν ἀδελφῶν Μάνθου καί Γεωργίου, τῶν Ριζαρῶν, καθώς καί τῆς θυσιαστικῆς προσφορᾶς τῶν πολυσεβάστων καί ἀξιεπαίνων καί ἀξιομιμήτων λειτουργῶν τῆς Παιδείας καί ἀλησμόνητων καθηγητῶν μας, οἱ ὁποῖοι ἐπόθησαν καί ἀγωνίσθηκαν, μέ τρόπο ἀγαπητικό, γι' αὐτό καί σεμνό καί ἀθόρυβο καί, κυρίως, ἀνιδιοτελῆ, νά μᾶς μεταδώσουν ὄχι μόνο τόν ἀξιοζήλευτο καί σπάνιο γιά τήν Μέση Ἐκπαίδευση πλοῦτο τῶν γνώσεών τους, ἀλλά τήν ἴδια τήν ψυχή τους! Μνησθείη αὐτῶν Κύριος ὁ Θεός ἐν τῇ βασιλείᾳ Αὐτοῦ.
Ἰδιαίτερη φυσιογνωμία, σ' αὐτόν τόν θεόλεκτο Σύλλογο τῶν διδασκάλων, ὑπῆρξε, μά καί μηδέποτε ἔπαυσε νά ὑπάρχῃ, ὁ, εἰς τό Οὐράνιο Θυσιαστήριο ἤδη παρεδρεύων, Ἀρχιμανδρίτης Νεκτάριος Κοτζιᾶς, ὁ, δίχως ὑπερβολή, ἄξιος καί ἀκατάγνωστος λειτουργός καί γνωστός τοῖς πᾶσιν, ὡς ὁ ἀνεπανάληπτος τελετουργός τῶν ἱερῶν μυστηρίων καί ἀκολουθιῶν τῆς Θείας Λατρείας μας.
Ἄνθρωπος, μέ ἐκκλησιαστικό φρόνημα! Εἶναι γνωστόν ὅτι γεννήθηκε μέσα στήν Ἐκκλησία καί ὅτι ζοῦσε γιά τήν Ἐκκλησία.
Τιμημένος μέ τήν κλήση τοῦ Θεοῦ, νά εἶναι ἁλιεύς ἀνθρώπων καί συνεργός Του, στό σπουδαῖο ἔργο τοῦ καταρτισμοῦ καί τῆς προε-τοιμασίας τῶν ὑποψηφίων Κληρικῶν, ὥστε καί αὐτοί, ἐν συνεχείᾳ, νά ἀναδειχθοῦν ἁλιεῖς, οἱ ὁποῖοι θά βάλουν τά δίχτυα εἰς τήν θάλασσαν τοῦ βίου τούτου καί θά πληρώσουν μέ ἀνθρώπους τήν σαγήνη τοῦ Θεοῦ. Αὐτή τήν προνομιακή ἐπιλογή του, ὑπό τοῦ μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος τόν καταξίω-σε νά γίνῃ λειτουργός τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὁ Νεκτάριος, τήν ὑποδέχθηκε μέ φόβο Θεοῦ καί τήν ὑπηρέτησε μέ τήν ὑπομονή καί τήν ἐπιμονή, πού ἀπαιτοῦνται, καί μέ εὐσυνειδησία ἀσυνήθιστη. Προσεγγίζοντες μέ δέος τήν ἁγία Του μορφή καί μελετῶντες, μέ καλή πρόθεση, τόν χαρακτῆρα του -γιατί, ὡς γνωστόν, «ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ ἐστι»- (Δευτερον. α΄, 17) μποροῦμε νά τόν περιγράψου-με. Ὁ πατήρ Νεκτάριος ἦτο:
Σεμνός καί ὄχι σεμνότυφος.
Ταπεινός καί ὄχι ταπεινόσχημος.
Σοβαρός, μά ὄχι ἀπρόσιτος!
Ἱεροπρεπής, ὄχι μόνον στήν ἐμφάνιση, ἀλλά, πρωτίστως, στό ἦθος!
Μεγαλοπρεπής καί ταὐτόχρονα ἁπλοῦς!
Προσεκτικός στήν κίνηση, τήν συναναστροφή καί τήν συμπεριφορά, ἀλλ’ ὄχι ὑποκριτής ἤ φανατικός!
Παραδοσιακός, ὡστόσο, καθόλου ὀπισθοδρομικός.
Νουνεχής, διορατικός καί ἱκανός στό νά διακρίνη τούς μα-θητές μέ τό ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τήν Ἱερωσύνη, ἀκόμη καί γιά τό Μοναχισμό, ὅμως, ἐλεύθερος ἀπό τήν τάση νά στρατολογῆ τούς δῆθεν ὑποψηφίους ἐργᾶτες τοῦ Θείου Ἀμπελῶνος, ἐπιχειρῶντας, διά τῆς ὄχι ἀγνώστου (ἀνηθίκου πάντως) μεθόδου πλύσεως τοῦ ἐγκεφάλου, νά δημιουργήση, ἐκεῖ πού δέν ὑπῆρχαν, ἱερατικές κλίσεις.
Ἀγαποῦσε, δίχως προσωποληψίες καί ἐφρόντιζε ὅλους τούς μαθητές, τούς ὁποίους ὁ μόνος κατ' οὐσίαν καλός ποιμήν τοῦ ἀνέθεσε, καί οἱ ἁρμόδιοι τοῦ ἐμπιστεύθηκαν, μέ τόν ἴδιο στοργικό τρόπο. Δέν συνεκρότησε ὁμάδες ὀπαδῶν, διότι δέν ἐπεδίωκε τήν ἰδίαν δόξαν, ἀλλά, ἐμφορούμενος ἀπό γνήσιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα, ἐπεπόθησε τήν δόξα τοῦ Κυρίου μας καί τόν ἔπαινο τῆς ἁγίας Του Ἐκκλησίας.
Δέν ὑπονόμευσε καί δέν διέσπασε τήν ἑνότητα τοῦ διδακτικοῦ προσωπικοῦ, πλειοδοτῶν εἰς βάρος τῶν ἄλλων καθηγητῶν, ἐνῶ ταυτόχρονα, μέ φυσικό τρόπο, ἔδειχνε τόν σεβασμό του πρός ὅλους, ἐξαιρέτως δέ πρός τόν, ἰδιαιτέρας λεπτότητος καί εὐαισθησίας, τότε Σχολάρχη μας, τόν ἀείμνηστο π. Μάξιμο, τόν ὁποῖο, μέ βαθύτατο σεβασμό, προσεφώνει «ὁ ἅγιος»! Τόν π. Μάξιμο ἐστήριζε, διακριτικά, δίχως, δηλαδή, νά φαίνεται καί νά τραυματίζη τό κῦρος του.
Τόν πατέρα Νεκτάριο, ἐγνώρισα, προσωπικά, ὅταν ἐπανῆλθε στήν Σχολή, μετά τοῦ πατρός Μαξίμου, εἰς διαδοχήν τοῦ ἐπίσης ἀειμνήστου καί ἀξιολόγου Σχολάρχου, πατρός Κωνσταντίνου Φούσκα καί τῶν σύν αὐτῷ ἄλλων Καθηγητῶν, οἱ ὁποῖοι παλαιότερα, ἐπί Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου τοῦ Α΄, τούς εἶχαν ἀντικαταστήσει, στό ὑψηλό ἔργο τῆς διευθύνσεως τῆς Σχολῆς καί τῆς διδασκαλίας. Ἐντύπωση ἐπροξένησε σέ ὅλους τότε ὁ σεμνός τρόπος τῆς ἐπανόδου των. Δέν ἐξεφράσθησαν μέ θριαμβολογικές ἐκφράσεις καί κοσμικοῦ τύπου ρεβανσιστικές συμπεριφορές.
Στό ἔτος μας, ἐδίδαξε τρία μαθήματα. Ποιμαντική, Θεολο-γική ἀνάλυση Λατρείας καί, φυσικά, Τελετουργική. Μᾶς ἀνέλυσε τούς ἕξ περί Ἱερωσύνης θεοπνεύστους λόγους τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, οἱ ὁποῖοι ἐκθειάζουν τό ὕψος τοῦ λειτουργήματος καί καλλιεργοῦν στίς καρδιές τῶν ὑποψηφίων Κληρικῶν, θαυμασμό, συστολή, ἀλλά καί λαχτάρα, καί τονώνουν τόν ἐνθουσιασμό, τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο, τόν ὁποῖο, ὅταν θά ἔλθη τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, θά κληθοῦν νά ποιμάνουν καί νά διακο-νήσουν.
Ἀποσκοπῶν, ἀκόμη, στήν καλλιέργεια τῆς, ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ, θεαρέστου λατρείας καί μέ ἀλάνθαστο ὁδηγό τήν πατερική σκέψη καί ἐμπειρία, μᾶς ἐβοήθησε νά ἑρμηνεύσουμε, νά προσεγγίσουμε καί νά αἰσθανθοῦμε, μέ τά πνευματικά αἰσθητήρια, καί μέ ὅση δύναμη διαθέταμε, τά τελούμενα στόν Ἱερό Ναό.
Ἐκεῖ, ὅμως, πού, χωρίς ὑπερβολή, διέπρεψε ἦτο τό μάθημα τῆς Τελετουργικῆς!
Ἐδραῖος στήν ἀπαρασάλευτη διδασκαλία καί πρακτική τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιθυμοῦσε ὅλα νά γίνονται «εὐσχημόνως καί κατά τάξιν». Καί τούτη ἡ ὄντως θεοφιλής ἐπιθυμία εἶναι, μή τό λησμονοῦμε, εὐαγγελική ἀπαίτηση (Α΄ Κορινθ. ιδ΄, 40)! Δέν εὐνοοῦσε καμιά ὑπερβολή, προσθέτοντας, ἐνδεχομένως, ὡραῖα πράγματα, ἀλλ’ ἄγνωστα στήν ἐκκλησιαστική παράδοση καί δέν ἐνεθάρρυνε παραβάσεις καί ἀταξίες καί ἀφαιρέσεις, οἱ ὁποῖες προξενοῦν πρόσκαιρη ἐντύπωση, ὅμως, στήν πραγματικότητα λειτουργοῦν εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας.
Μέσα ἀπό τή θεωρία τοῦ τόσον ὠφελίμου μαθήματος, τήν ἀσυναγώνιστη δύναμη τοῦ δικοῦ του παραδείγματος, ὅταν ἱερουργοῦσε, ἀλλά καί τήν ἐποπτική διδασκαλία στίς καθημερι-νές ἱερές ἀκολουθίες καί στίς ἐκπαιδευτικές λειτουργικές συνάξεις, στό πραγματικό – τό ἀνεπανάληπτο, θεῖο Σχολεῖο καί θερ-μοκήπιο, τόν Ἱερό Ναό τῆς Ριζαρείου ἐννοῶ, μάθαμε τό τυπικό καί ὅ,τι ἀφορᾶ στόν τρόπο τῆς τελέσεως τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, πού εἶναι, ὄντως, μία ξεχωριστή, οὐράνια τέχνη. Μετροῦσε τά πάντα καί δέν ἐπέτρεπε τίποτε, τό ὁποῖο θά λειτουργοῦσε εἰς βάρος τῆς ἱερᾶς, λαμπρᾶς, ὅσον καί κατανυκτικῆς, προσευχητικῆς ἀτμόσφαιρας. Ἤξευρε ὅτι τά ἐν τῷ Ναῷ τελεσιουργούμενα πρέπει νά λειτουργοῦν ἀναγωγικά• Νά ὁδηγοῦν στήν ἐν τοῖς οὐρανοῖς τελουμένη θεία λατρεία καί νά τήν ἀντικατοπτρίζουν στούς, ἐν τῇ γῇ, τά χερουβείμ εἰκονίζοντες καί τῇ ζωοποιῷ Τριάδι λατρευόντες καί τόν τρισάγιον ὕμνον προσάδοντες. Καί ἐδίδασκε πάντα ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι θεός τάξεως καί ὄχι ἀκαταστασίας.
Ἡ, δυστυχῶς, ὄχι σπάνια ἀκαταστασία μας, δέν ἐκφράζει, ὅπως, προφασιζόμενοι ἐν ἁμαρτίαις, θέλουμε νά δείχνουμε, τήν ἁπλότητά μας καί τήν δῆθεν προτεραιότητα καί ἐπιλογήν μας πρός τά πνευματικά, ἀλλά φανερώνει τήν ἀμέλειά μας καί τήν ραθυμία μας. Ἐνδεχομένως, νά ἀποκαλύπτη, ἕστω δι’ ἐσόπτρου καί ἐν αἰνίγματι (Α΄ Κορινθ. ιγ΄, 12), καί ἄλλες μας προτεραιότητες.
Ὁ π. Νεκτάριος ἐδίδασκε καί τήν εὐπρέπεια τοῦ ἰδίου τοῦ Ἱερέως-Λειτουργοῦ. Ἡ εὐπρεπής παρουσία, ὅπως καί ἡ ἐξεζητημένα πολυτελής ἤ καί ἡ ἀτιμέλητη, ἀποτελοῦν «φανέρω-ση» τῆς ἐσωτερικῆς – ψυχικῆς καταστάσεως.
Αὐτές οἱ δικαιολογημένες «ἀπαιτήσεις» τοῦ πατρός Νεκταρίου, πού, ἐκτός τῶν ἄλλων, δημιουργοῦν καί τήν καλή εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν λειτουργῶν Της, καθώς καί ἡ ἐπιβλητική του μορφή ἔδωσαν τήν ἀφορμή σέ κάποιους, πού κρίνουν τήν κατ' ὄψιν κρίσιν καί ὄχι τήν δικαίαν, νά ἀξιοποιήσουν τίς ἐπιπόλαιες μαθητικές ἐντυπώσεις καί εἰδήσεις (τόσον πολλές καί μέ τήν ταχύτητα τοῦ φωτός διαδιδόμενες στά «ἐκκλησιαστικά» τῶν Σχολῶν καί ὄχι μόνον περιβάλλοντα), νά πλάσουν τήν εἰκόνα του, ὡς τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, πού, τάχα, ἐπιθυμοῦσε μετά σφο-δρότητος καί μετά μανίας, τό ὑπό τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν περιγραφόμενον «καλόν ἔργον» (Α΄ Τιμ. γ΄, 1). Δέν ἐπιχειρῶ, ἐν τίνι ἄλλωστε δικαιώματι καί ποία δυνάμει, νά ἐρευνήσω τά βάθη τῆς καρδίας του, μέ σκοπό τήν «ἀποκατάστασή» του, τήν ὁποία μάλιστα δέν ἔχει ἀνάγκη. Τολμῶ, ὅμως, νά πῶ ὅτι ὁ Νεκτάριος δέν προέβαλε τόν ἑαυτό του γιά τό σκοπό αὐτό οὔτε μετῆλθε μειωτικές τῆς ἱερότητος τοῦ ἱεροῦ ἐπαγγέλματος, μά καί τῆς προσωπικῆς του ἀξιοπρεπείας, μεθόδους, προκειμένου νά τύχη τοῦ «ἐφετοῦ». Καί, ἀλήθεια, πόσες φορές δέν ἑρμηνεύεται καί δέν θεωρεῖται ὡς ἑωσφορικός ἐγωϊσμός αὐτή ἡ ἀξιοπρεπής στάση; Καί κάτι ἄλλο• Καμία προσωπική του στενοχωρία ἤ πικρία δέν συνετέλεσε στό νά ἐπιτελῆ ἀπρόθυμα τό ἔργο τοῦ βαθμοῦ του καί, τοὐλάχιστον ἐμεῖς, δέν τόν ἀκούσαμε ποτέ νά παραπονεῖται ὅτι ἠδικήθη ὑπό τινος ἤ, Θεός φυλάξοι, ὑπό τῆς Ἐκκλησίας. Πρᾶγμα πού, δυστυχῶς, ἀρκετοί ταπεινοσχήμονες δέν κατόρθωσαν νά ἀποφύγουν.
Ἡ ἀναφορά μου αὐτή, πού δέν θά ἤθελα νά παρεξηγηθῆ, ἔχει ἕνα σκοπό καί μόνο. Νά τονίση, πρός παραδειγματισμόν μας, ὅτι ὁ πατήρ Νεκτάριος ἦτο εὐχαριστημένος μέ ὅ,τι τοῦ δόθηκε. Ἦτο παντελῶς ξένος πρός τήν φαρισαϊκή ζηλοτυπία καί τόν φθόνο, πάθη τά ὁποῖα φθείρουν τούς κατόχους των καί δημιουργοῦν ζητήματα σοβαρά στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἔνοιωθε τό πλήρωμα τῆς ζωῆς, γι’ αὐτό ζοῦσε καί ὑπηρετοῦσε! Σημαντικό γιά τήν ἐποχή μας, πού πολλοί εἴμαστε ἄπληστοι καί ἀχάριστοι• ἀπρόθυμοι νά δουλεύσουμε σέ ὅ,τι μᾶς δόθηκε καί ἀσχολούμενοι μέ ὅ,τι δέν μᾶς ζητήθηκε.
Ἀγαπητοί καί ἐκλεκτοί μου ἀδελφοί, οἱ συγκροτοῦντες τήν ἱεράν ταύτην ὁμήγυριν,Τοῦτα τά πτωχά λόγια, εἶναι ἀνίκανα νά περιγράψουν τήν προσωπικότητα, τό ἔργο καί τήν προσφορά τοῦ τιμωμένου ἀοιδίμου πατρός καί διδασκάλου μας, ὁ ὁποῖος ἐδίδαξε Πατριάρχες, Ἀρχιερεῖς καί ἀμετρήτους Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι, ὅπου γῆς, ἐπί πολλά ἔτη, λειτουργοῦν τά θεῖα καί διακονοῦν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἄς θεωρηθοῦν, ἀπό τήν ἐπιείκειά Σας καί τήν ἀγάπη Σας, γιά τήν ὁποία Σᾶς εὐχαριστῶ, σάν ἕνα κεράκι ταπεινό στό μνημόσυνό του. Ἕνα ψυχοκέρι! Ἔκφραση σεβασμοῦ, ἀγάπης καί εὐγνωμοσύνης! Πρός τόν Θεό, ἐν πρώτοις, γιατί, μεταξύ ἄλλων εὐεργεσιῶν Του, μᾶς ἐχάρισε φωτισμένους διδασκάλους, ὡσάν τόν, ἀδοκίμως ὑπ’ ἐμοῦ, παρουσιασθέντα πατέρα καί πρός τόν Ἴδιο τόν πατέρα Νεκτάριο, ὁ ὁποῖος, διακρινόμενος γιά τήν θεολογική του παιδεία, τήν διδακτική ἐπάρκεια καί τήν ὑψηλή αἴσθηση τοῦ καθήκοντος, μέ πολλή ἀγάπη, μᾶς ἐχειραγώγησε, στόν Ναό τῆς δόξης Τοῦ Κυρίου καί, διά τῆς διδασκαλίας καί τοῦ παραδείγματός του, μᾶς ἐπλήρωσε χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως. Μᾶς ἐβοήθησε νά σπουδάσουμε καί νά συνειδητοποιήσουμε, μέ ὅ,τι αὐτό συνεπάγεται, τό• «Ἐν τῷ Ναῷ ἐστῶτες τῆς δόξής σου, ἐν οὐρανῷ ἐστᾶναι νομίζομεν» (θεοτοκίον τοῦ δ΄ ἤχου)!
Αξιομακάριστε, ὄντως, καί ἀείμνηστε πάτερ Νεκτάριε, διδάσκαλε, καί, ἐλέει τοῦ φιλευσπλάχνου Θεοῦ, ἀδελφέ καί συλλειτουργέ, εὖξαι ὑπέρ ἡμῶν καί δέξου καί τήν δική μας ταπεινή εὐχή• Τῆς Ἱερωσύνης Σου μνησθείη Κύριος ὁ Θεός ἐν τῇ Βασιλείᾳ Αὐτοῦ, πάντοτε• νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ομιλία Μοναχοῦ Μαξίμου Ἰβηρίτου
(Νικολοπούλου)
Ὁ ἀλήστου μνήμης Σχολάρχης τῆς Ῥιζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς Ἀρχιμανδρίτης Μάξιμος Δασκαλάκης (1916-11Σεπτ. 1984).
Πανοσιολογιώτατε ἐκπρόσωπε τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, ἅγιοι ἀρχιερεῖς, τίμιον πρεσβυτέριον, ἐκλεκτόν Πολυμελές Συμβούλιον, κ. Διευθυντά τῆς Σχολῆς, ἐλλογιμώτατοι κ. Καθηγηταί, κ. Πρόεδρε τῆς Ἑνώσεως Ἀποφοίτων τῆς Σχολῆς, ἀγαπητοί μαθηταί, ὁμογάλακτοι φίλοι παλαιοί συμμαθηταί, ἐκλεκτή ὁμήγυρις τῶν προσελθόντων εἰς τήν ἐκδήλωσιν ταύτην.
Θείᾳ συνάρσει καί ἀνυποκρίτῳ ἀγάπῃ παλαιῶν φίλων συμμαθητῶν κλῆρος ἔλαχεν εἰς τόν ὁμιλοῦντα, ἵνα προσέλθω ἐν τῇ εὐσήμῳ ἡμέρᾳ ταύτῃ εἰς τόν πανίερον χόρον τῆς τροφοῦ Ῥιζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς καί προσφέρω ταπεινῶς Ἀθωνικόν θυμίαμα ἐπαίνου, εὐγνωμοσύνης, ἀγάπης καί τιμῆς εἰς μίαν ἀλήστου μνήμης Ἁγιορειτικήν μορφήν. Πρόκειται διά τόν ἐκ Κρήτης ἀοίδιμον Σχολάρχην μας Ἀρχιμανδρίτην Μάξιμον Δασκαλάκην τόν Ξηροποταμηνόν.
Ἐν πρώτοις ἐπιτρέψατέ μοι, ἀδελφοί μου, νά ἐκφράσω τήν βαθυτάτην συγκίνησίν μου καί τήν χαράν μου συγχρόνως, διότι κατόπιν μιᾶς 40ετίας περίπου ἐπισκέπτομαι ὡς Μοναχός διά πρώτην φοράν τήν γαλακτοτρόφον μητέρα Ῥιζάρειον Σχολήν· ἤδη ἀτενίζω πρόσωπα γνωστά καί ἄγνωστα, λίαν ἀγαπητά καί φίλα προσκείμενα εἰς ἐμέ, μέ τά ὁποῖα μάς ἑνώνει μία μυστική δύναμις, θεόθεν κατερχομένη, ἀποῤῥέουσα ταύτη ἐκ τῆς ἀενάου εὐλογίας τῶν ἀοιδίμων Ῥιζαρῶν εὐεργετῶν Μάνθου καί Γεωργίου, καί βεβαίως τοῦ προστάτου μας, Μητροπολίτου Πενταπόλεως Ἁγίου Νεκταρίου τοῦ Θαυματουργοῦ.
Ὡς γνωστόν, ἡ πότνια μήτηρ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παιδείας, Ῥιζάρειος Ἐκκλησιαστική Σχολή, τυγχάνει ἑπτά μόλις ἔτη νεωτέρα τοῦ Πανεπιστημίου τῶν Ἀθηνῶν. Εἶναι εὐκλεές δημιούργημα τῶν ἐκ Ζαγορίου τῆς Ἠπείρου εὐσεβῶν καί φιλοπατρίδων αὐταδέλφων Μάνθου καί Γεωργίου Ῥιζαρῶν, καί διακονεῖ ἀπό συστάσεως αὐτῆς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί τήν Κοινωνίαν· οὐχί μόνον ἐν τῇ Πατρίδι ἡμῶν, ἀλλά καί ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, ὅπου ὑπάρχουν εὐσεβεῖς καί φιλόχριστοι ἄνθρωποι.
Ἑκατοντάδες ἀποφοίτων ἐξ αὐτῆς ἐτίμησαν διαχρονικῶς τάς τάξεις τοῦ Κλήρου εἰς ὅλους τούς βαθμούς τῆς ἱερωσύνης, καί λαμπρά στελέχη ποικίλων ἰδιοτήτων μέ πνευματικήν καί ἠθικήν συγκρότησιν καί καλλιέργειαν ἐστόλισαν τόν κόσμον.
Τήν Σχολήν ἐτίμησαν μορφαί τῆς ἑλληνικῆς Θεολογίας καί Ἐπιστήμης, ἰδίᾳ δέ τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Διδάσκαλοι καί Διευθυνταί αὐτῆς, ὡς ὁ μνημονευθείς Μητροπολίτης Πενταπόλεως Ἅγιος Νεκτάριος ὁ Θαυματουργός, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, καθώς καί οἱ διαπρεπεῖς Θεολόγοι Κωνσταντῖνος Δυοβουνιώτης, Εὐάγγελος Ἀντωνιάδης, Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, Βασίλειος Βέλλας καί ἄλλοι ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός. Εἰς τήν χορείαν τῶν τιμίων τούτων ἀνδρῶν ἀνήκουν ἀσφαλῶς καί οἱ κατά τήν σήμερον τιμώμενοι Ἁγιορεῖται Ἀρχιμανδρῖται Μάξιμος Δασκαλάκης καί Νεκτάριος Κοτζιᾶς. Εἰς ὅ,τι ἀφορᾷ τόν συνώνυμόν μου ἀείμνηστον Μάξιμον, διά τόν ὁποῖον προσεκλήθην νά ὁμιλήσω, ἔχω νά εἴπω τά ἑξῆς:
Εἰς τό λεῖμμα Δασκαλάκης Μάξιμος τοῦ 4ου τόμου τῆς Θ.Η.Ε, Ἀθῆναι 1964 (στ. 973), ὑπάρχει ἕν σύντομον καί ἐνδιαφέρον βιογραφικόν ἄρθρον, διαφωτίζον ἐπί μέρους τά τῆς προσωπικότητός αὐτοῦ. Ὑπό τοῦ μέλους ἐπίσης τοῦ Συμβουλίου τῆς Σχολῆς Πανεπιστημιακοῦ Καθηγητοῦ Ἀνδρέου Φυτράκη ἐξεφωνήθη εἰς τήν κηδείαν τοῦ μακαριστοῦ πατρός Μαξίμου τήν 14ην Σεπτεμβρίου 1984 κατάλληλος ἐπικήδειος λόγος, δημοσιευθείς τό 1988 εἰς τόν Δ΄ τόμον "Ριζάρειος Ἐκκλησιαστική Παιδεία" (σελ. 355-357). Ἐκτενῆ ὅμως βιογραφίαν ἐδημοσίευσεν ὁ ἐκπαιδευτικός κ. Ἀντώνιος Στιβακτάκης τό 2012 εἰς τό περιοδικόν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας "Ἄγκυρα Ἐλπίδος" (τεῦχ. 68, Μάϊος-Ἰούνιος 2012, σελ. 35-38), ἀναδημοσιευθεῖσαν τό 2013 εἰς τό ἔργον του "Μορφές Κρητῶν Ἀθωνιτῶν" (σελ. 271-279).
Βάσει τῶν ἀνωτέρω στοιχείων, ὁ μακαριστός ἐγεννήθη τό 1916 εἰς τό χωρίον Χριστός Ἱεραπέτρας Κρήτης (τότε Βιάνου) ὑπό παραδοσιακῶν γονέων. Τό 1930, εἰς ἡλικίαν 14 ἐτῶν, μετέβη εἰς τό Ἁγιώνυμον Ὄρος τοῦ Ἄθωνος καί ἐν συνεχείᾳ ἐνεγράφη εἰς τήν ἀκμάζουσαν Ἀθωνιάδα Ἐκκλησιαστικήν Σχολήν ὡς Δόκιμος Μοναχός τῆς Ἱ. Μονῆς Ξηροποτάμου. Ἐκ τῆς Ἀθωνιάδος ἀπεφοίτησε μέ ἄριστα τό 1940. Εἰς τήν εἰρημένην Μονήν ὑπῆρχον καί ἄλλοι Μοναχοί ἐκ Κρήτης, ὅπως ὁ ἔμπειρος εἰς τά πνευματικά Γέρων αὐτοῦ Βασίλειος Βλασσάκης, ὅστις καί τόν ἔκειρε Μοναχόν τήν 24ην Ἰουνίου 1935, μετονομασθέντα ἀπό Μιχαήλ (κατά κόσμον) εἰς Μάξιμον. Τήν 10ην Ἰουνίου 1940 ἐχειροτονήθη Ἱεροδιάκονος καί τήν 28ην Μαΐου 1945 Ἱερομόναχος. Τό 1948 ὁ Μητροπολίτης Κρήτης Εὐγένιος ἐχειροθέτησε τοῦτον Ἀρχιμανδρίτην.
Ἐν τῷ μεταξύ ἡ ἔφεσις διά μάθησιν τοῦ νέου ἀγωνιστοῦ καί ἡ πνευματική ὡριμότης τοῦ Γέροντος αὐτοῦ, ὡδήγησαν τόν π. Μάξιμον ὡς Ἱεροδιάκονον τό 1941 εἰς τό κλεινόν ἄστυ, ἔνθ' ἐνεγράφη καί ἐφοίτησεν εἰς τήν Θεολογικήν Σχολήν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν· μετεγγραφείς ὅμως ἐξ αὐτῆς, ἐτελείωσε τήν Θεολογικήν Σχολήν τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ἐν τῇ πόλει ταύτῃ προσέφερε τήν διακονίαν του ὡς Ἱερεύς ἀρχικῶς εἰς τόν Ἱ. Ναόν τοῦ Ἁγίου Θεράποντος καί ἀκολούθως εἰς τόν Ἱ. Ναόν τῆς Ὁσίας Ξένης. Μετά τήν ὡλοκλήρωσιν τῶν σπουδῶν του ἐν τῇ πόλει τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τό 1945 συνέχισε τάς θεολογικάς μελέτας εἰς τό ἐν Ἀθήναις Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον καί ἐτοποθετήθη ὡς ἐφημέριος εἰς τόν Ἱ. Ναόν Ἁγίου Δημητρίου Ἀμπελοκήπων, ἔνθα προσέφερε πλούσιον πνευματικόν ἔργον. Ὡς Ἀρχιμανδρίτης παρηκολούθησε καί τά μαθήματα τῆς Σχολῆς Ἱεροκηρύκων καί Κατηχητῶν τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας.
Εἶτα, τῇ εἰσηγήσει τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος καί τῇ εὐλογίᾳ τοῦ Γέροντός του, μεθ' οὗ διετήρει ἀρίστας σχέσεις, ἔκαμε μεταπτυχιακάς σπουδάς εἰς τό Πανεπιστήμιον τῆς Σορβόνης ἐν Παρισίοις μέ ὑποτροφίαν τῆς γαλλικῆς κυβερνήσεως, τήν ὁποίαν ἐξησφάλισε κατόπιν αὐστηρῶν ἐξετάσεων εἰς τόν τομέα τῶν θεολογικῶν σπουδῶν.
Ἐπιστρέψας ἐν Ἑλλάδι, παρέμεινεν ἀρχικῶς ὡς Προϊστάμενος εἰς τόν Ἱ. Ναόν Ἁγίου Δημητρίου Ἀμπελοκήπων, καί ἐν συνεχείᾳ τό 1954 ἐτοποθετήθη Σχολάρχης τῆς Πατμιάδος Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, ἔνθα διέπρεψεν ἐπί μίαν 5ετίαν οὐχί μόνον εἰς τό πνευματικόν ἔργον, ἀλλά καί αὐτό τό διοικητικόν.
Ὅταν ἡ Ῥιζάρειος ἐπεράτωσε τήν οἰκοδόμησιν τῶν νέων ἐγκαταστάσεων αὐτῆς εἰς Χαλάνδριον καί ἐπρόκειτο νά συνεχίσῃ εἰς αὐτάς τό ἔργον της ἀπό τοῦ Σχολικοῦ ἔτους 1960-1961, ἡ Διοίκησις αὐτῆς ἐν συνεργασίᾳ μετά τοῦ Ἐποπτεύοντος Ὑπουργείου Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων ἐπέλεξαν αὐτόν, ἵνα ἀναλάβῃ τήν διεύθυνσιν τῶν δύο τότε Σχολείων της: ἤτοι τοῦ Ἀνωτέρου Ῥιζαρείου Ἐκκλησιαστικοῦ Φροντιστηρίου καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς. Τό ὄντως δυσχερές τοῦτο ἔργον εἰς τάς νέας κτηριακάς ἐγκαταστάσεις καί μέ νέον ἐν πολλοῖς προσωπικόν, ὁ ἀείμνηστος ἐπετέλεσεν ἐπί δύο 10ετίας περίπου κατά τρόπον ὑποδειγματικόν οὐχί μόνον ὡς Διευθυντής, ἀλλά καί ὡς πνευματικός χειραγωγός τῶν Καθηγητῶν, τῶν μαθητῶν καί τῶν ἐργαζομένων εἰς τήν Σχολήν.
Διά τόν τρόπον τῆς ἐκλογῆς του εἰς τήν ὑψηλήν ταύτην διακονίαν κάμνει ἰδιαιτέραν ἀναφοράν ὁ Πανεπιστημιακός Καθηγητής Γεράσιμος Κονιδάρης, εἰς τό ἔργον του " Ἱστορία τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησ. Σχολῆς", ἐν Ἀθήναις 1969 (σελ. 99-100).
Συμφώνως μέ τόν Πανεπιστημιακόν Καθηγητήν Ἀνδρέαν Φυτράκην, ὁ π. Μάξιμος ἀνῆκεν εἰς τήν ὁμάδα τῶν διακεκριμένων Κληρικῶν καί λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι, βάσει εἰδικῆς διατάξεως νόμου, εἶχον ἐπιλεγῆ ὑπό τῶν ὑπηρετούντων τότε τήν Γενικήν Διεύθυνσιν Θρησκευμάτων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ἵνα διευθύνουν τά ἱδρυθείσας τό 1945 Ἐκκλησιαστικάς Σχολάς, προκειμένου νά συμπληρωθοῦν τό ταχύτερον δυνατόν αἱ ὑφιστάμεναι μετά τόν Β΄ Παγκόσμιον Πόλεμον καί τά ἐπακολουθήσαντα γεγονότα εἰς τήν ἑλληνικήν Ἐπικράτειαν 2.000 περίπου κεναί ἐφημεριακαί θέσεις.
Δίκαιον εἶναι νά ἀναφερθῇ ἐνταῦθα, ὅτι ἡ ἀφοσίωσις τοῦ π. Μαξίμου εἰς τό παιδευτικόν ἔργον ἦτο τοιαύτη, ὥστε ὅτε τοῦ παρεσχέθη ἡ δυνατότης νά καταλάβῃ κενήν Μητροπολιτικήν ἕδραν εἰς τήν ἰδιαιτέραν αὐτοῦ πατρίδα Κρήτην, δέν ἠθέλησε νά ἐγκαταλείψῃ τήν θέσιν ὡς Διευθυντοῦ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν.
Χάριν συντομεύσεως θά ἀποφύγω νά ἀναφέρω τά ὅσα ἐπαινετικά ἔχουν γραφῆ διά τήν ὅλην προσφοράν τοῦ ἀκραιφνοῦς τούτου πατρός εἰς τό ἐν γένει Ἐκκλησιαστικόν παιδευτικόν του ἔργον. Θά ἀρκεσθῶ ὅμως νά εἴπω ὀλίγα τινά, ὅπως τά ἐβίωσα ὁ ἴδιος· ὅπως ἐβίωσα τήν ἱερότητα τοῦ χαρακτῆρός του κατά τά μαθητικά μου ἔτη 1970-1974 ἐν τῇ περιωνύμῳ Ῥιζαρείῳ Ἐκκλησιαστικῇ Σχολῇ.
Ὁ ἀείμνηστος εἶχε πολλά χαρίσματα, δι' ὧν ἐστολίζετο καί ἠγαπᾶτο ὑπό πάντων. Ἦτο σεμνός, ἱεροπρεπής, ταπεινός καί διακριτικός. Ὁ σεβασμός τόν ὁποῖον ἐνέπνεε, κυρίως εἰς τούς ἱεροσπουδα-στάς, ἦτο αὐθόρμητος καί πηγαῖος. Ὅταν διήρχετο ἔμπροσθεν ἡμῶν ἀνεγειρόμεθα ἐκ τῶν θέσεων ἡμῶν εἰς ἔνδειξιν σεβασμοῦ· καί μόνον ἡ σκιά του μᾶς ἐδημιούργει κλῖμα ἀσφαλείας, ἐμπιστοσύνης καί πνευ-ματικῆς ἐγρηγόρσεως. Ὁ τίτλος τοῦ Ἁγιορείτου, τόν ὁποῖον ἔφερε σιωπηρῶς καί μετά μεγάλης τιμῆς, καθίστα εἰς ἡμᾶς ἱεροτέραν τήν μορφήν του. Ὁ περιώνυμος Ἄθως ἐφάνταζε τότε εἰς ἡμᾶς ὡς Τόπος μυθώθης, προωρισμένος μόνον διά μεγάλους ἀσκητάς· καί τοῦτο, λόγῳ τοῦ ὅτι αἱ ἀποστάσεις ἦσαν μεγαλύτεραι τῷ καιρῷ ἐκείνῳ· αἱ συνθῆκαι διαβιώσεως δυσκολώτεραι· οἱ ἄνθρωποι ἦσαν πτωχότεροι οἰκονομικῶς καί δέν ἠδύναντο εὐκόλως νά μετακινοῦνται εἰς μακρινά μέρη, ὅπως τό Ἅγιον Ὄρος. Ὁμολογουμένως, ὁ Ἄθως ἀκόμη καί σήμερον, παρά τάς ὑπαρχούσας εὐκολίας δέν προσεγγίζεται εὐκόλως, καί δή ὅταν αἱ καιρικαί συνθῆκαι εἶναι δυσμενεῖς καί πνέουν ἰσχυροί ἄνεμοι ἐξ ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν τῆς χερσονήσου.
Ἰδιαιτέραν ἐντύπωσιν μᾶς ἔκαμνεν ἡ ἁπλότης αὐτοῦ. Δέν ἐκαυχᾶτο διά τήν θέσιν ἥν εἶχε, καί ἤκουε τούς ἐπισκεπτομένους αὐτόν ὡς πραγματικός πατήρ. Ἐνθυμοῦμαι μίαν φοράν πῶς μέ ἀντιμετώπισε, ὅταν τόν ἐπεσκέφθην εἰς τό Γραφεῖόν του, προκειμένου νά τοῦ ζητήσω ἄδειαν πρός ἐπίσκεψιν τῶν συγγενῶν μου εἰ τό Παλαιόν Φάληρον. "Ποῦ θά πᾶς μωρέ παιδί μου (μοί εἶπεν) θά χαθῇς στήν Ἀθήνα" ! Ὅταν ὅμως τόν διεβεβαίωσα, ὅτι ἔχω ἔλθει ἀπό μικροτέρας ἡλικίας εἰς τήν πρωτεύουσαν καί γνωρίζω τήν πόλιν, μοί ἔδωκεν ἄδειαν δίχως ἀντίῤῥησιν. Ἄλλος τις πάλιν, ὅτε τοῦ ἐζήτησεν ἄδεια νά παραστῇ εἰς τήν κήδευσιν τοῦ πατρός του, τοῦ ἀπήντησεν αἰνιγματωδῶς: "Μεῖνε ἐδῶ καί ἄφες τούς νεκρούς νά θάψουν ἑαυτούς" ! Διά τήν Σχολήν ἔλεγε χαρακτηριστικῶς τό ἑξῆς: " Ἐδῶ εἶναι Μοναστῆρι" !
Εἰς τά τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν Ὀρθοδόξου Πίστεως ὁ ὅσιος οὗτος πατήρ δέν εἶχε ταλαντεύσεις· ἐπίστευε βαθέως καί ἐτόνιζεν αὐθορμή-τως τό ἑξῆς: "οὕτως ἠθέλησεν ὁ Θεός, καί οὕτω πιστεύομεν". Πέραν τούτων, ἦτο καί δοκιμώτατος συγγραφεύς· συνέγραψε δέ τά κατωτέρω πονήματα, ὅπως δημοσιεύονται εἰς τό ὀπισθόφυλλον τοῦ τελευταίου ἐξ αὐτῶν κατά τό ἔτος τῆς θανῆς του (1984):
1. Ἡ ἀποφυγή τῆς τεκνογονίας ἐν τῷ Μυστηρίῳ τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, Ἀθῆναι 1952, σχ. 8ον, σελ. 48.
2. Ὁ Πνευματικός Πατήρ καί ἡ Νεότης, Ἀθῆναι 1953, σχ. 8ον, σελ. 72.
3) Ὁ Ἱερεύς -Α-, Ἀθῆναι 1955, σχ. 8ον, σελ. 72.
4. Ἐπετηρίς Πατμιάδος Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, ἐπί τῇ 10ετίᾳ τῆς ἱδρύσεως αὐτῆς (1947-1957), σχ. 8ον μέγα, σελ. 118.
5. Ἐγχειρίδιον Ἐξομολογητικῆς, Ἀθῆναι 1959, σχ. 8ον, σελ. 216.
6. Ἐγχειρίδιον Χριστιανικῆς Ἠθικῆς καί Κοινωνιολογίας. Μέρος Γ΄ Χριστιανική Κοινωνιολογία, Ἀθῆναι 1964, σχ. 8ον, σελ. 160.
7. Περί τῆς πίστεως τοῦ Ἱερέως, Ἀνάτυπον ἐκ τῆς "Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Παιδείας", τόμ. Α΄, Ἀθῆναι 1978, σχ. 8ον μέγα, σελ. 12.
8. Ἡ Χάρις τῆς Ἱερωσύνης, ἐν Ἀθήναις 1983, σχ. 8ον, σελ. 47.
9. Ἐγχειρίδιον Χριστιανικῆς Ἠθικῆς καί Κοινωνιολογίας. Μέρη Α΄ καί Β΄: Α΄) Γενική Ἠθική, Β΄) Θεοσέβεια, Ἀθῆναι 1984, σχ. 8ον, σελ. 205.
10. Ὁ Ἱερεύς-Β-, ἐν Ἀθήναις 1984, σχ. 8ον, σελ. 64.
11. Ὁμιλίαι καί ἄρθρα διάφορα εἰς περιοδικά καί ἐφημερίδας.
Ὁ ἀείμνηστος δέν ἦτο καί οὗτος ἀπείραστος ὡς ἄνθρωπος. Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ τό Διοικητικόν Συμβούλιον τῆς Σχολῆς ἐπεχείρησε νά κάμῃ εἰς τήν Σχολήν ὡρισμένας μεταῤῥυθμίσεις, διό καί κατά τά ἔτη 1971/72-1972/73 ἀπέσυρε τόν π. Μάξιμον καί εἰς τήν θέσιν του ἐτοποθέτησε τόν μακαριστόν Πρωτοπρεσβύτερον π. Κωνσταντῖνον Φούσκαν, ἄνδρα λόγιον καί ἐξαίρετον ἐπιστήμονα· ὅμως τό εἰσαχθέν νεωτεριστικόν σύστημα δέν εἶχεν εὐχύμους καρπούς, διό καί ἀπεσύρθη, διά νά ἐπανέλθῃ καί πάλιν ὁ π. Μάξιμος. Ὁ δέ π. Κωνσταντῖνος, ἀναχωρῶν ἐκ τῆς Σχολῆς, εἶχε τήν εἰλικρίνειαν, τήν ἐπίγνωσιν καί τήν γενναιότητα βεβαίως, νά εἴπῃ πρός ὅλους μας, ἀπευθυνόμενος ἐκ τῆς Ὡραίας Πύλης τοῦ Κεντρικοῦ Ναοῦ, τά ἑξῆς: "Ζητῶ συγγνώμην. Τό ἔργον μου ἀπέτυχεν! ".
Ἡ γενεά τῶν Ῥιζαρειτῶν, ἐπί Σχολαρχίας τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Μαξίμου Δασκαλάκη, ἔζησε μίαν χρυσῆν περίοδον, καί εἶχεν ἀειθαλεῖς καρπούς. Κατά τό διάστημα καί μόνον τῆς 10ετίας τοῦ 1970 ἀνεδείχθησαν ἐκ τῆς Σχολῆς πλεῖστα ἄτομα, κατέχοντα σήμερον πατριαρχικόν θρόνον καί ἀρχιερατικάς καθέδρας, ἡγετικάς θέσεις εἰς Πανεπιστήμια, Γυμνάσια καί Λύκεια· δεκάδες Μοναχῶν καί Κληρικῶν τῆς σήμερον εἶναι θεῖα βλαστήματα ἐκείνης τῆς περιόδου. Τιμή καί ἔπαινος διά τοῦτο ἀνήκει καί πρός ἅπαντας τούς Καθηγητάς πέριξ τῆς φιλοθέου ἡγετικῆς μορφῆς τοῦ π. Μαξίμου, οἱ περισσότεροι τῶν ὁποίων εὑρίσκονται νῦν εἰς τά οὐράνια Σκηνώματα.
Παρά τό πλευρόν ἀσκητικοῦ Σχολάρχου π. Μαξίμου Δασκαλάκη τοῦ Ξηροποταμηνοῦ εὑρίσκετο πάντοτε καί ὁ μειλίχιος, ἀριστοκράτης καί κατά πάντα ἀγαπητός π. Νεκτάριος Κοτζιάς ὁ Ἁγιοπαυλίτης, ἄριστος καί μᾶλλον ἀναντικατάστατος τότε ἐκπαιδευτικός εἰς τό μάθημα τῆς Τελετουργικῆς. Ἡ ξυνωρίς τῶν μακαρίων τούτων ἀνδρῶν ἐσημάδευσαν τήν Σχολήν καί ὅλους βεβαίως, ὅσους εἶχον τήν τιμήν νά τούς γνωρίσουν καί νά διδαχθοῦν πολλά ὑπ' αὐτῶν.
Κατακλείων τόν λόγον μου μέ τήν εὐχήν νά παραμείνῃ ἀμετάθετος καί ἀναλλοίωτος ὁ ἀρχικός σκοπός τῆς Ῥιζαρείου, ὅπως τόν διετύπωσεν ὁ ἱδρυτής αὐτῆς (ἤτοι: "ἡ βελτίωσις τῆς καταστάσεως τοῦ Κλήρου καί ἡ ἐξάπλωσις τῆς Εὐαγγελικῆς ἀληθείας καί ἐν γένει τῶν φώτων"), ἐπιτρέψατέ μοι νά προσφέρω διά τόν Ἱ. Ναόν τῆς Σχολῆς δύο Εἰκονίδια Ἀντίγραφα τῶν Θαυματουργῶν Εἰκόνων: Παναγίας Πορταϊτίσης τῆς Ἱ. Μονῆς Ἰβήρων καί τοῦ Ἄξιόν Ἐστιν Πρωτάτου Καρυῶν, καθώς καί τό προσωπικόν μου Πρωτεπιστασιακόν χρυσοῦν Μετάλλιον μετ' ἀργυροῦ Σταυροῦ ἐπί τῇ ἑκατονταετηρίδι τῆς ἀπελευθερώσεως τοῦ Ἁγίου Ὄρους (1912-2012) ἐκ τῆς πολυετοῦς ὀθωμανικῆς κυριαρχίας, εἰς ἔνδειξιν εὐγνωμοσύνης πρός τήν τροφόν Σχολήν καί ἀνάπαυσιν τῶν μακαρίων ψυχῶν τῶν δύο τιμωμένων Ἁγιο-ρειτῶν Σχολαρχῶν, Μαξίμου Δασκαλάκη καί Νεκταρίου Κοτζιά.
Χριστός Ἀνέστη! Ἔτη πολλά καί εὐλογημένα εἰς πάντας!
Ομιλία τοῦ Παναγιώτη Ἰ. Σκαλτσῆ, Καθηγητή Λειτουργικῆς, Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
Τό συγγραφικό ἔργο Μαξίμου Δασκαλάκη και Νεκταρίου Κοτζιᾶ
Πανοσιολογιώτατε, ἐκπρόσωπε τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν & Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου,
Σεβασμιώτατε, ἅγιε Φθιώτιδος κ. Νικόλαε,
Σεβασμιώτατε, ἅγιε Χαλκίδος κ. Χρυσόστομε,
Ὁσιολογιώτατε π. Μάξιμε Ἰβηρήτα
Κύριε Πρόεδρε τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, κ. Καθηγητά καί Προπρύτανη τοῦ ΕΚΠΑ, κ. Γιέμτο,
Κύριε Πρόεδρε τῆς ΕΑΡΕΣ
Κύριε Σχολάρχα τῆς ΡΕΣ
Κυρίες καί Κύριοι
Ἀγαπητοί μου μαθητές, Ριζαρείτες
Κατ’ἀρχάς συγχαίρω τούς ἐμπνευστές καί ὀργανωτές αὐτῆς τῆς ἐκδήλωσης πρός τιμήν τῶν μακαριστῶν Σχολαρχῶν τῆς Ριζαρείου, Μαξίμου Δασκαλάκη καί Νεκταρίου Κοτζιᾶ. Προσωπικά τούς εὐχαριστῶ ἰδιαίτερα διότι μέ τίμησαν μέ τήν πρότασή των καί τήν πρόσκλησή των νά εἶμαι ἕνας ἐκ τῶν εἰσηγητῶν σ’ αὐτή τήν ὡραία καί ἀξιέπαινη εὐκαιρία κατά τήν ὁποία ἐνθυμούμεθα δύο σπουδαίους δασκάλους μας καί πνευματικούς μας Πατέρες, οἱ ὁποῖοι μᾶς δίδαξαν τά ἐκκλησιαστικά γράμματα σωστά καί μᾶς ἐνέπνευσαν τήν πορεία μιᾶς ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου. Γι’ αὐτό καί τούς ἀξίζει κάθε ἀναφορά καί κάθε ἔπαινος.
Ἡ πρόταση τῶν εἰσηγητῶν σέ μένα ἦταν νά μιλήσω γιά τό συγγραφικό ἔργο τῶν τιμωμένων. Αὐτό ἀκριβῶς θά κάμω σεβόμενος τήν κλεψύδρα τοῦ χρόνου. Δέν μπορῶ ὅμως νά ἀποφύγω τούτη τή στιγμή τόσο τήν συναισθηματική μου φόρτιση γιά τίς δύο αὐτές προσωπικότητες στό χῶρο τῆς Ριζαρείου, ὅσο καί τήν ψύχραιμη κατάθεση μιᾶς ἀποκρυσταλλωμένης στή συνείδησή μου παραδοχῆς καί μαρτυρίας. Διότι οἱ μακαριστοί Σχολάρχες τῆς Ριζαρείου Μάξιμος Δασκαλάκης καί Νεκτάριος Κοτζιᾶς δικαιοῦνται διαχρονικά νά μνημονεύονται ὡς πρότυπα. Πρότυπα δασκάλων, λειτουργῶν καί παιδαγωγῶν.
Γράφτηκε γιά τόν μακαριστό Μάξιμο ὅτι: «διέθετε ὑψηλό φρόνημα, πολλές γνώσεις καί εἶχε βαθειά, ἀπέραντη καί ἀταλάντευτη πίστη» , καί γιά τόν ἀείμνηστο Νεκτάριο ὅτι στό πρόσωπό του διέκρινε κανείς «ἕναν ἀνεξάντλητο δάσκαλο μέ καθαρό ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί ἀμάραντη ἀγωνία παιδείας».
1) Τά στοιχεῖα αὐτά ἀκριβῶς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος, τῆς ἀταλάντευτης πίστης καί τῆς ἀγωνίας γιά τήν παιδεία καί ἐκπαίδευση τῶν μαθητῶν των ἀποτυπώνονται καί στό συγγραφικό των ἔργο, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀσφαλῶς μεγάλο. Εἶναι ὅμως ποιοτικό, οὐσιαστικό, ἐκπαιδευτικοῦ χαρακτήρα, πρακτικό καί διαχρονικό. Δύο τευχίδια τοῦ ἀειμνήστου Μαξίμου γιά τόν ἱερέα ἀναδεικνύουν τό μέγεθος τοῦ μυστηρίου τῆς ἱερωσύνης πού ἀποτελεῖ ὕψιστη δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί ἀπό τό ὁποῖο πηγάζει κάθε ἱερουργία καί χαρισματική διακονία στήν Ἐκκλησία . Ἡ μελέτη του ἐπίσης μέ τόν τίτλο Ἡ ἀποφυγή τῆς τεκνογονίας, Ἀθῆναι 1952, προσεγγίζει μία σημαντική πτυχή τῶν σκοπῶν τοῦ Γάμου. Ὁ Πνευματικός Πατήρ καί ἡ Νεότης, Ἀθῆναι 1953 εἶναι ἕνα ἀκόμη πόνημά του ποιμαντικοῦ χαρακτήρα, μέ σημεῖο ἀναφορᾶς τήν πνευματική πατρότητα σέ σχέση μέ τά νέα παιδιά καί τά ποικίλα προβλήματά των. Τό δίτομο Ἐγχειρίδιο Χριστιανικῆς Ἠθικῆς καί Κοινωνιολογίας, Ἀθῆναι 1964 καί 1984, δίδει βαρύτητα σέ ζητήματα τῆς ἠθικῆς ζωῆς περισσότερο, ἀλλά εἶναι θά λέγαμε καί ἕνα ἔργο προδρομικό καί εἰσαγωγικό στήν μετέπειτα ἐρευνητική δραστηριότητα στόν ἀκαδημαϊκό, κυρίως χῶρο, γύρω ἀπό τό θέμα τῆς συμβολῆς τῆς χριστιανικῆς πίστης «στήν κοινωνική, οἰκονομική, πολιτική καί πολιτιστική ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως καί στή γενικότερη ἐνατένιση καί ἑρμηνεία τοῦ κόσμου».
Ἰδιαιτέρως ὅμως ἀξίζει νά ἐπιμείνει κανείς στό πολύ ἀξιόλογο ἔργο του μέ τόν τίτλο. «Ἐγχειρίδιον Ἐξομολογητικῆς», τό ὁποῖο ἐκδόθηκε σέ λογία γλῶσσα τόν Ἰούνιο τοῦ ἔτους 1959, μέ ἀφιέρωση στούς μαθητές τῆς Πατμιάδος Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, καί ἐπανεκδόθηκε στήν Ἀθήνα τό 2006 σέ ἀπόδοση στή Δημοτική, καθομιλουμένη, ἀπό τόν μακαριστό Ἀρχιμ. π. Θεόκλητο Ντζάθα, Διευθυντή τότε τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς.
Τό ἐν λόγῳ Ἐγχειρίδιο, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας σημειώνει στόν Πρόλογό του, ἀποτελεῖ δομημένη καταγραφή τῶν ἐπί τοῦ μαθήματος τῆς Ἐξομολογητικῆς παραδόσεών του, μέ σκοπό νά βοηθήσει τούς μαθητές νά ἀγαπήσουν κατά τόν χρόνο τῶν σπουδῶν των αὐτό τό μάθημα, νά τό ἐπικαλοῦνται κατά τήν μετέπειτα ἐργασία των «στόν λογικόν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου» καί νά τό ἔχουν ὡς ἀφετηρία «γιά περισσότερο ἐμπεριστατωμένες μελέτες πάνω στό παρόν θέμα καί γενικῶς στά ἀφορῶντα τόν πρακτικό κλάδο τῆς Θεολογίας, πού ἡ ἀνάπτυξή του παρουσιάζει μεγαλύτερη ἀνάγκη στήν Ἐκκλησία μας».
Μέ καλή γνώση τῶν πηγῶν καί ἀξιοποίηση τῆς βιβλιογραφίας ὁ συγγραφέας παραδίδει στούς ἀναγνῶστες του ἕνα ὁλοκληρωμένο Συμβουλευτικό Ἐγχειρίδιο γιά τόν ἀνατόμο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς πνευματικό Πατέρα, ὁ ὁποῖος μέσα ἀπό τό μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως καλεῖται κάθε φορά νά δώσει λύσεις σέ ζητήματα δύσκολα, μέ σκοπό νά φωτίσει στήν καρδιά τοῦ ἐξομολογουμένου τό δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Τό πρῶτο ἀπό τά ἕξι κεφάλαια ἀφιερώνεται γενικά στά Μυστήρια. Τό δεύτερο ἐξετάζει τήν ἱστορία τοῦ Μυστηρίου τῆς Μετανοίας. Τό τρίτο διερευνᾶ τούς ὅρους αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου, ὅπως εἶναι ἡ συντριβή τῆς καρδιᾶς, ἡ ἐξαγόρευση, ἡ ἀπόλυση καί τά ἐπιτίμια. Τό τέταρτο κεφάλαιο ἀναφέρεται στήν προσωπικότητα τοῦ πνευματικοῦ Πατέρα, τά μορφωτικά καί ἠθικά του προσόντα, ἀλλά καί τά καθήκοντά του. Τό πέμπτο κεφάλαιο μελετᾶ τό θέμα τῆς ἁμαρτίας, τήν ἔννοια τῆς ἀρετῆς, τοῦ κακοῦ καί τά εἶδη τῆς ἁμαρτίας. Τό τελευταῖο κεφάλαιο ἀναφέρεται στήν ἐξομολόγηση τῶν χριστιανῶν ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία, τό φύλλο καί ἰδιαίτερες περιστάσεις.
Τό μήνυμα πού ὁ ἀοίδιμος Σχολάρχης δίνει τόσο στούς Πνευματι-κούς, ὅσο καί στούς ἐξομολογούμενους εἶναι τό ἀποστολικό ἀπό τήν πρός Ἑβραίους . «μήν ἀμελήσει κανένας τή σωτηρία του (Ἑβρ. 2,5), ἀλλά μέ κάθε τρόπο νά φροντίσει νά ἀνεβεῖ λίγο ἀπό τήν γῆ. Καί ἐάν συμβεῖ αὐτό τό θαῦμα νά νοιώσετε τήν μετάνοια αὐτή, ἐννοῶ τό νά εὑρίσκεσθε ὑψωμένοι ἀπό τήν γῆ πάνω στόν ἀέρα, δέν θά θελήσετε ποτέ πιά νά κατεβεῖτε καί νά μείνετε στή γῆ. Ὡς «γῆ» ἐννοῶ τό σαρκικό φρόνημα καί ὡς «ἀέρα» τό πνευματικό. Διότι, ἐάν ὁ νοῦς ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά πάθη καί τούς πονηρούς λογισμούς, καί ἰδοῦμε μέ αὐτόν τήν ἐλευθερία πού μᾶς ἐχάρισε ὁ Χριστός (Γαλ. 5,1) καί Θεός, δέν θά καταδεχθοῦμε πιά νά κατεβοῦμε στήν προηγούμενη σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος» (σσ. 246-247). Ἄρωμα πνευματικό ἡ Ἐξομολογητική τοῦ π. Μαξίμου, ἕνα ἔργο πάντα ἐπίκαιρο πού μπορεῖ καί σήμερα νά δώσει πολλά στήν ποιμαντική θεωρία καί πράξη. Δέν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο τό ὅτι ἀξιοποιήθηκε βιβλιογραφικά σέ ἀναλόγου περιεχομένου Ἐγχειρίδιο, Πανεπιστημιακές Παραδόσεις, ὅπως αὐτό τοῦ μακαριστοῦ Καθηγητοῦ Ἰωάννου Κορναράκη μέ τόν τίτλο «Μαθήματα Ἐξομολογητικῆς», Θεσσαλονίκη 1979.
2) Στόν Πρακτικό κλάδο τῆς Θεολογίας ἀνήκει καί τό μοναδικό ἀπ’ ὅσο γνωρίζω πόνημα τοῦ ἀειμνήστου λειτουργιολόγου π. Νεκταρίου Κοτζιᾶ, μέ τόν τίτλο «Σημειώσεις Λειτουργικῆς καί Τελετουργικῆς» καί εἶναι γραμμένο ὄχι ἀπό τόν ἴδιο, ἀλλά ἀπό μαθητές του. Τό Ἐγχειρίδιο αὐτό πού ἔθρεψε πράγματι γενιές ριζαρειτῶν διδάσκοντάς τους τήν ἱστορία καί τήν τάξη τῆς θείας Λατρείας μᾶς εἶναι γνωστό σέ δύο μορφές. Ἡ πρώτη μέ τόν τίτλο πού μνημονεύσαμε διαιρεῖται σέ δύο μέρη. Τό πρῶτο πού εἶναι πολυγραφημένο περιέχει τά ἱστορικά περί Λειτουργικῆς καί Τελετουργικῆς, ὅπου δίδεται ὁ ὁρισμός τοῦ μαθήματος, μνημονεύονται οἱ πηγές τῆς Λειτουργικῆς καί καταγράφεται ἡ ἱστορία τῆς Χριστιανικῆς Λατρείας. Τό δεύτερο μέρος εἶναι χειρόγραφο, γραμμένο ἀπό τόν Εὐάγγελο Ράπτη (π. Θεόκλητο σήμερα) καί ἡμερομηνία, Θέρμον 1978. Ἡ δεύτερη μορφή ἔχει τόν τίτλο Τελετουργική, εἶναι δακτυλογραφημένο κείμενο, χωρίς χρονολογία, καί περιέχει ὅ,τι σχετίζεται μέ τήν τάξη τῶν διαφόρων πτυχῶν της Λατρείας, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τόν Καιρό, μέ σύντομη ἀναφορά μιᾶς σελίδας στόν ὁρισμό, τό περιεχόμενο, τό σκοπό τοῦ μαθήματος, τή χρησιμότητά του, τή μέθοδο καί τή διαίρεσή του.
Μία ἄλλη καταγραφή τῆς Τελετουργικῆς, εἶναι αὐτή πού ἔχει κάνει τό ἔτος 1967 ὁ τότε μαθητής τῆς Ριζαρείου, Καθηγητής τῶν Παιδαγωγικῶν σήμερα στή Θεολογική Σχολή τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καί Προκοσμήτοράς της κ. Ἰωάννης Κογκούλης. Ὅπως ὁ ἴδιος μοῦ ἀνέφερε ἑτοιμάζεται νά θέσει σέ κυκλοφορία αὐτό τό κείμενο, μεταγλωττισμένο μάλιστα στή σύγχρονη γλῶσσα πρός διευκόλυνση τῶν ἀναγνωστῶν του. Δέν ἀποκλείεται νά ὑπάρχουν, σέ χειρόγραφη κυρίως μορφή, καί ἄλλα δείγματα αὐτοῦ τοῦ κειμένου ἀπό Ριζαρεῖτες μαθητές τοῦ π. Νεκταρίου. Φαίνεται ὅμως ὅτι τό παλαιότερο ὑλικό προέρχεται ἐκτός Ριζαρείου καί συγκεκριμένα ἀπό τήν ἐποχή πού ὁ π. Νεκτάριος δίδασκε στό Κατώτερο Ἐκκλησιαστικό Φροντιστήριο Κατερίνης . Αὐτό ἀκριβῶς τό κείμενο μετέφερε στή Ριζάρειο προκειμένου νά τό ἔχει ὡς ὁδηγό κατά τίς παραδόσεις του στό μάθημα τῆς Τελετουργικῆς.
Σέ κάθε περίπτωση ἡ Τελετουργική τοῦ μακαριστοῦ δασκάλου μας π. Νετακρίου Κοτζιᾶ ἀποτελεῖ σταθμό στήν ἱστορία αὐτοῦ τοῦ ἀντικειμένου. Ὁ π. Νεκτάριος, ἄν καί δέν ἀναφέρει τίς πηγές του, φέρεται ὡς βαθύς γνώστης τοῦ λειτουργικοῦ Τυπικοῦ καί τῶν κατά καιρούς διευθετήσεων καί προσαρμογῶν του (βλ. Τυπικό τοῦ Βιολάκη). Διάβαζε ἀπ’ ὅσο γνωρίζω, ὅ,τι περί λειτουργικῶν θεμάτων δημοσιευόταν στήν ἐποχή του ἀπό τούς μακαριστούς π.χ. λειτουργιολόγους Π. Τρεμπέλα καί Ἰωάννη Φουντούλη. Κρατοῦσε ὅμως αὐτό πού τόν ἐνδιέφερε βάζοντας πάντοτε τή δική του σφραγίδα ἀπό τίς προσωπικές του ἐμπειρίες.
Ἡ μακροχρόνια ἐνασχόλησή του μέ τήν Τελετουργική στήν Ἐκκλησιαστική Σχολή τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας στή Χαλκιδική, στό κατώτερο Ἐκκλησιαστικό Φροντιστήριο Κατερίνης πού χρημάτισε Διευθυντής ἀπό τό 1955-1960 , ἀλλά καί στή Ριζάρειο τόν βοήθησε νά ἔχει ἀποκρυσταλλωμένη ἄποψη γιά τό θέμα αὐτό, τό ὁποῖο σύν τοῖς ἄλλοις τό κατέγραφε μέ σαφήνεια καί παιδαγωγικό τρόπο. Σᾶς διαβάζω ἕνα ἀπόσπασμα ἀπ’ ὅσα γράφει γιά τήν Προσκομιδή: «Διά νά τελέσωμεν προσκομιδήν πρέπει νά ἔχωμεν: α΄ Πέντε πρόσφορα καί κατ’ οἰκονομίαν ἕνα. Πρέπει νά εἶναι καλά ζυμωμένα. Καί νά ἔχουν παρασκευασθεῖ ἀπό τήν προηγουμένην ἡμέραν. β΄ Κρασί γλυκό καί καθαρό. γ΄ Νερό καθαρό. δ΄ Κερί καθαρό εἰς τήν πρόθεσιν καί οὐχί κανδήλα μέ ἔλαιον. Ὁ ἱερεύς φέρων ἐπιτραχήλιον μεταφέρει τό ἅγιον Ποτήριον καί τό ἅγιον δισκάριον καί ὅλα τά ἀναγκαιοῦντα σκεύη εἰς τήν πρόθεσιν. Ἐπί τοῦ φοδραρισμένου ἐρυθροῦ μανδηλίου τό ὁποῖον ἀπό πρίν ἔχομεν στρώσει εἰς τήν πρόθεσιν, τοποθετεῖ τό ἅγιον ποτήριον καί τό ἅγιον δισκάριον…» (σ. 9 τοῦ Εὐ. Ράπτη). Σαφής, πρακτικός, ξεκάθαρος. Μπορεῖ βεβαίως σέ κάποια σημεῖα νά μήν συμφωνεῖ κανείς ἤ νά χρειάζονται κάποιες ἐξηγήσεις, ὅπως π.χ. ἡ χρήση τοῦ ὅρου «μετουσίωση» κατά τήν ἐπίκληση στή θεία Λειτουργία. Ἡ διατύπωση ἐπίσης ὅτι τό «τμῆμα ἀπό τοῦ ‘Εὐλογημένη’ μέχρι τά ἀναγνώσματα ἦτο ὁ ἀρχικός ὄρθρος» στή Λειτουργία δέν τεκμηριώνεται ἀπό τίς πηγές. Τό ὅτι ἀκόμη «εἰς τήν ἀρχαίαν Ἐκκλησίαν ὡς πρῶτον ἀντίφωνον ἐψάλλετο ὁ 102ος ψαλμός ‘Εὐλόγει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον’ μέ ἐφύμνιον ‘Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου…’» (σ.16) δέν ἔχει ἱστορικό ἔρεισμα.
Αὐτά ὅμως δέν ἀπομειώνουν τήν μεγάλη του προσπάθεια καί τό ξεχωριστό ἐνδιαφέρον του νά ἐκπαιδεύσει τούς μαθητές του εἰς τρόπον ὥστε καί τελετουργικά νά εἶναι ἄψογοι. Ὅσοι ζήσαμε τόν π. Νεκτάριο ἀπό κοντά τόν ἐνθυμούμεθα νά τόν διακρίνει ὁ αὐστηρός ἀλλά ἤρεμος χαρακτήρας του, ὁ συγκροτημένος καί ὑπεύθυνος διδακτικός του λόγος, ἡ ἀπαστράπτουσα ἐξωτερική του ἐμφάνιση, ἡ ἀγάπη του γιά τό «εὐσχημόνως καί κατά τάξιν» στή Λατρεία. Πίστευε πράγματι σ’ αὐτό τό βιβλικό ὅραμα τῆς λατρευτικῆς μας ζωῆς, βίωνε τήν ἀλήθεια ὅτι ἡ ἐπουράνια τάξη ἀποτελεῖ εἰκόνα καί πρότυπο τῆς ἐπίγειας λειτουργικῆς πραγματικότητας . Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ἡ Τελετουργική δέν ἐξαντλεῖται σέ κουραστικές καί βασανιστικές διατάξεις, ἀλλά ἀποτελεῖ ἔκφραση τῆς ὅλης λειτουργικῆς θεολογίας, κέντρο τῆς ὁποίας εἶναι τό μυστήριο τῆς παναγίας Τριάδος καί τό θαῦμα τοῦ γεγονότος τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Λόγου, τό ὁποῖο καί μᾶς ἀποκάλυψε κατά τόν ἱερό Καβάσιλα τό ὡς ἄνω μυστήριο.
Σεβασμιώτατoι,
Ζητῶ συγγνώμη ἐάν ὑπάρχει καί κάποιο ἄλλο ἔργο τῶν δύο τιμωμένων σήμερα πού δέν τό παρουσίασα. Σημασία ἔχει ὅτι οἱ μακαριστοί Μάξιμος Δασκαλάκης και Νεκτάριος Κοτζιᾶς ἀνεδείχθησαν πραγματικοί «ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ - κατά τόν ὑμνογραφικό λόγο – καί πιστοί ἱκέται, λειτουργοί Κυρίου» , στηρίγματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης καί ἐμπνευστές τῆς ἄριστης ποιμαντικῆς καί λειτουργικῆς κατάρτισης τῶν μαθητῶν των. Ἄς εἶναι ἡ μνήμη των αἰωνία.
ΜΑΞΙΜΟΣ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ – ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ
Μνήμη δικαίων μετ’ εγκωμίων
Του καθηγητή Δημ. Κ. Μακρή, Ριζαρείτου
Οι μακαριστοί αρχιμανδρίτες Μάξιμος Δασκαλάκης και Νεκτάριος Κοτζιάς υπήρξαν, κατά κοινή ομολογία, παραδειγματικοί Δάσκαλοι και διακριτές μορφές για τους Ριζαρείτες. Η παρουσία τους και η δράση τους καλύπτει τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια επαναλειτουργίας της ΡΕΣ, 1960 και ύστερα.
Ο π. Μάξιμος Δ. ήρθε στη Σχολή μας το 1962. Γι’ αυτόν μας είχαν μιλήσει, αρχικά ο Κοτζιάς με πολύ σεβασμό και επαινετικά ο φιλόλογός μας Μ. Μαυρουδής, αφού είχαν συνυπηρετήσει στην Πατμιάδα.
Στο αναγνωστήριο της βιβλιοθήκης, που χρησιμοποιούσαμε και για αίθουσα τελετών ακούγαμε συγκεντρωμένη, μπροστά σε επίσημους τις βασικές αρχές, που θα εφάρμοζε ο Μάξιμος ως Σχολάρχης. Είναι αλήθεια πως ως μορφή και παράστημα, ως ιεροπρεπής παρουσία απέπνεε σεβασμό και δέος προς όλους: μαθητές, προσωπικό και πανεπιστημιακούς.
Εικόνες από τη ζωή του: Κάθε πρωί, 5:45 ο Μάξιμος στην είσοδο του ναού αμίλητος κάνει νεύμα με το χέρι να περάσουμε όλοι εμείς και ύστερα έμπαινε τελευταίος. Διάβαζε με ιεροπρέπεια και νόημα τον εξάψαλμο, τον προϋμιακό, το Πιστεύω και τα λοιπά αναγνώσματα. Συνήθως ήταν όρθιος στο στασίδι του με κλειστά μάτια προσευχόμενος. Γευμάτιζε μαζί μας, στο δείπνο σπάνια παρευρισκόταν. Μετά τον Εσπερινό περπατούσε πλάι στον περίβολο και ανέβαινε στο δωμάτιό του, όπου διάβαζε και έγραφε μέχρι αργά.
Η παρουσία του στις γιορτές – τελετές, ο λόγος του ο μεστός έδιναν κύρος και μεγαλοπρέπεια. Στο μάθημα της Εξομολογητικής πάντα όρθιος, ενημερωμένος, διαλεκτικός άφηνε ένα μαθητή να παραδίνει και ο ίδιος συμπλήρωνε, σχολίαζε.
Έδειχνε απρόσιτος. Αν όμως κάποιος πήγαινε στο γραφείο του, άλλαζε γνώμη. Προτάθηκε για επίσκοπος, αλλά προτίμησε τη θέση του Διευθυντή στη ΡΕΣ. Πάντως ενέπνευσε πολλούς.
Τον π. Νεκτάριο Κοτζιά γνώρισα στα τέλη Σεπτέμβρη του 1960, όταν μαζί με άλλους δώσαμε εξετάσεις και κερδίσαμε υποτροφία για τη Ριζάρειο. Οι Ζαγορίσιοι έμπαιναν με κλήρο.
Ο Ν. Κ. μας έδωσε τα θέματα θρησκευτικών και βαθμολόγησε τα γραπτά μας. Ήταν υποδιευθυντής στη Σχολή μας (Διευθυντής τα 2 πρώτα χρόνια ο Βέλλας), Οικονόμος και άρα διευθυντής οικοτροφείου και καθηγητής θρησκευτικών. Ζούσαμε μαζί θα έλεγα, αφού ήμασταν μαζί στον όρθρο και στον εσπερινό, στο πρωινό, στο γεύμα και στο δείπνο. Στην κοινή τράπεζα οι φροντιστηριακοί ήταν προς τη μεριά της κουζίνας και τους απαγόρευε να κάνουν παρέα μαζί μας. Στο διάλειμμα, στους περιπάτους, στις εκδρομές ο Κ. παρών πάντα.
Στην αρχή έδειχνε αυστηρός και φώναζε. Απαγόρευε π.χ. να φοράμε ρολόι. Φρόντιζε όμως για το παιχνίδι μας και με εντολή του αγοράστηκαν 2 μπάλες βόλλευ και ποδοσφαίρου. Επέβλεπε τις ιεροράπτριες, όταν μας έπαιρναν μέτρα για ράσο και αντερί. Ήθελε να είναι οι μαθητές καθαροί, με ωραίο παράστημα, λεβέντες, όπως έλεγε.
Τελετουργός άριστος. Συνδύαζε μεγαλοπρέπεια, ιεροπρεπή στάση, αρχοντιά. Μετρημένες κινήσεις στο ιερό, όρθιος και ακίνητος κάποτε. Να είσαι στο Ναό της Σχολής μας και στο ημίφως να βγαίνει ο Κοτζιάς στην Ωραία Πύλη και να λέει: «Φως Χριστού φαίνει πάσι.» Οι Ριζαρείτες διδάχτηκαν και πήραν πολλά στην Τελετουργική από τον Κοτζιά. Ξεχώριζε ως μορφή και προσωπικότητα σε πλήθος ιερέων και επισκόπων.
Ο πατήρ Μάξιμος και πατήρ Νεκτάριος σφράγισαν με την παρουσία τους και επηρέασαν πολλούς. Ας είναι αιωνία η μνήμη τους.
Μετά από τόσα χρόνια θα πρότεινα και κάτι άλλο. Η Σχολή μας είναι καλό να συνδέεται και με ένα Γέροντα. Μολονότι στα χρόνια μας ερχόταν ιερέας εξομολόγος 2 φορές το χρόνο, φρονώ πως οι Ριζαρείτες χρειάζονται ένα Γέροντα να καταφεύγουν, να ακουμπήσουν και να τον συμβουλευτούν. Ξέρω ότι ανοίγω μεγάλο ίσως πρόβλημα με προεκτάσεις. Οι Ριζαρείτες χρειάζονται και τη γνώση, αλλά και το ήθος, να ποδηγετούνται στην Ορθοδοξία, αλλά κα να ιχνηλατούν και την αγιότητα.
ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΦΩΤΟ ΤΗΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ